Μεταφορά πείρας από την Ιταλία
«Από το 2008 έως σήμερα, ο τομέας της Εκπαίδευσης έχει υποστεί μεγάλες περικοπές, που υπολογίζονται σε περισσότερα από 22 δισεκατομμύρια ευρώ, προκειμένου να υπάρξει σύγκλιση με τις κατευθύνσεις που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Ενωση, να σωθούν οι μεγάλες τράπεζες και να αυξηθούν οι στρατιωτικές δαπάνες. Λόγω αυτής της επιλογής, η δημόσια Εκπαίδευση στη χώρα μας βρίσκεται σήμερα σε μια πολύ δύσκολη κατάσταση, με επικίνδυνα κτίρια, μεγάλη διαρροή μαθητών και κάθε χρόνο γίνεται ακριβότερη για τις οικογένειες. (…)
Ο στόχος της κυβέρνησης, υπό την πίεση των κυριότερων ευρωπαϊκών παραγωγικών τομέων, είναι η δημιουργία ενός σχολείου βασισμένου στις ανάγκες των επιχειρήσεων και των κερδών τους. Η τελευταία εκπαιδευτική «μεταρρύθμιση», η οποία προτάθηκε από την κυβέρνηση Ρέντσι το 2015, προωθεί έντονα αυτή την κατεύθυνση, ανοίγοντας τις πόρτες των σχολείων σε μεγάλους μονοπωλιακούς ομίλους. Σήμερα οι επιχειρήσεις επιτρέπεται να χρηματοδοτούν μεμονωμένα σχολεία, τροποποιώντας το πρόγραμμα σπουδών τους, χρησιμοποιώντας τη δικαιολογία ότι δεν υπάρχουν δημόσια χρήματα για τη χρηματοδότηση της δημόσιας Εκπαίδευσης. Επιπρόσθετα, υπάρχει η «Μάθηση μέσω της Εργασίας» (σ.σ. Alternanza scuola-lavoro στα Ιταλικά), ένα σύστημα που αναγκάζει κάθε χρόνο 1,5 εκατομμύριο μαθητές να εργάζονται χωρίς να πληρώνονται, προκειμένου να επιτύχουν στις τελικές εξετάσεις στο γυμνάσιο. Χάρη σε αυτό το πρόγραμμα, τα αφεντικά έχουν στη διάθεσή τους ένα τεράστιο εργατικό δυναμικό χαμηλού κόστους, το οποίο τους επιτρέπει να εξοικονομούν χρήματα από την εργασιακή εκμάθηση και να διαμορφώνουν τη διδασκαλία ανάλογα με τις ανάγκες τους.
Για παράδειγμα, αυτή τη στιγμή υπάρχουν 10.000 μαθητές που δουλεύουν δωρεάν μόνο στα «McDonald’s», από τους συνολικά 20.000 υπαλλήλους για τον κολοσσό των fast food στην Ιταλία. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, σημειώνεται αύξηση του αριθμού των εργατικών «ατυχημάτων», αύξηση των επεισοδίων βάναυσης εκμετάλλευσης και αύξηση της απουσίας κάθε δικαιώματος για τους νέους. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η «μεταρρύθμιση» αρνείται τα πιο θεμελιώδη δικαιώματα για τους μαθητές, από το μισθό για τις ώρες εργασίας έως το μέγιστο χρόνο εργασίας, τη δυνατότητα να έχουν λόγο για την επιλογή των πρότζεκτ. Επιπλέον, η τελευταία εκπαιδευτική «μεταρρύθμιση» έδωσε ευρύτερες εξουσίες στους διευθυντές, οι οποίοι μπορούν σήμερα να επιλέξουν απευθείας τους δασκάλους, να δώσουν μπόνους και να κάνουν συμφωνίες με μεμονωμένες επιχειρήσεις».