Η Φυσική Αγωγή και ο Αθλητισμός είναι ανάγκη και δικαίωμα
«Νιώσε τη χαρά της άθλησης χωρίς το άγχος της νίκης και το φόβο της αποτυχίας». Αυτό το σύνθημα επέλεξε το υπουργείο Παιδείας για τη φετινή – 3η – μέρα σχολικού αθλητισμού που πραγματοποιήθηκε προχτές στα σχολεία όλης της χώρας.
Ως εδώ καλά θα μπορούσε να σκεφτεί κάποιος. Άλλωστε, τέτοιες πρωτοβουλίες και εκδηλώσεις όχι μόνο είναι απαραίτητες στο σχολείο και πρέπει να γενικευτούν, με την ακόμα ουσιαστικότερη συμμετοχή μαθητών και εκπαιδευτικών, ειδικών επιστημόνων κ.τ.λ., αλλά, ανάμεσα στα άλλα, αναδεικνύουν και την πολύ μεγάλη ανάγκη που έχει η νεολαία για να συμμετάσχει συστηματικά σε αθλητικές δραστηριότητες.
Αλλά γι” αυτό ακριβώς τέτοιες εκδηλώσεις βάζουν ακόμα πιο επιτακτικά το ερώτημα για το οποίο ούτε η εγκύκλιος του υπουργείου, ούτε οι δηλώσεις του υπουργού Παιδείας και του υφυπουργού Αθλητισμού για τη μέρα αυτή, μας διαφώτισαν: Τι είναι τελικά αυτό που στερεί τη χαρά της άθλησης και της συστηματικής φυσικής αγωγής, από δεκάδες χιλιάδες παιδιά στα σχολεία όλης της χώρας; Το «άγχος της νίκης» και ο «φόβος της αποτυχίας»; `Η μήπως η διαχρονική πολιτική όλων των κυβερνήσεων και της σημερινής κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, που έχει βγάλει «εκτός ύλης» το δικαίωμα αυτό χιλιάδων μαθητών;
Γιατί, βεβαίως, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι το δικαίωμα αυτό, πόσο μάλλον η ανάγκη για άθληση και φυσική αγωγή, σταματάει σε μια μέρα, την πρώτη Δευτέρα κάθε Οκτώβρη. Αλλωστε, αντίστοιχες Δευτέρες είδαν μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικοί και πέρυσι και πρόπερσι, συνοδευόμενες και από τα απαραίτητα ευχολόγια των εκάστοτε κυβερνητικών παραγόντων, χωρίς επί της ουσίας να αλλάξει τίποτα.
Κι όμως. Ο υπουργός Παιδείας δήλωνε προχτές ότι «για μας η σημερινή μέρα δεν είναι απλώς όπως οι άλλες επέτειοι ή απλώς μέρες για να συζητούμε, είναι κάτι περισσότερο, είναι η υπενθύμιση μιας καλής καθημερινότητας».
Για ποια «καλή καθημερινότητα» μιλάνε; Αυτή των ελάχιστων ωρών, της αποσπασματικότητας και της συνεχούς υποβάθμισης της γυμναστικής και της φυσικής αγωγής στο ωρολόγιο πρόγραμμα; Αυτή των ανεπαρκών ποσοτικά ή ακόμα και των επικίνδυνων υποδομών στα σχολεία, που άλλωστε αναγνωρίζει και το ίδιο το υπουργείο, αναφέροντας στη σχετική εγκύκλιό του ότι «σε περίπτωση απουσίας επαρκούς υλικοτεχνικής υποδομής ενδείκνυται η συνεργασία με άλλες σχολικές μονάδες ή αθλητικά κέντρα»; Της έλλειψης γυμναστών και άλλων ειδικευμένων στελεχών, που επίσης αναγνωρίζεται στην εν λόγω εγκύκλιο που αναφέρει ότι «Οσον αφορά τα ολιγοθέσια σχολεία που δε διαθέτουν εκπαιδευτικό Φυσικής Αγωγής προτείνεται η συμμετοχή στην 3η Πανελλήνια Ημέρα Σχολικού Αθλητισμού σε συνεργασία με άλλες σχολικές μονάδες»; `Η μήπως για την πραγματικότητα που έχουν διαμορφώσει διαχρονικά όλες οι κυβερνήσεις, που είτε σπρώχνει χιλιάδες λαϊκές οικογένειες σε κάθε είδους επιχειρήσεις και εμπόρους του Αθλητισμού, προκειμένου να καλύψουν αυτήν την ανάγκη, αλλά και τα αθλητικά σωματεία στην απόγνωση, να ψάχνουν να καλύψουν τις ανάγκες τους με χορηγούς είτε βάζοντας τους γονείς να πληρώνουν, είτε πιο απλά σε παντελή έλλειψη άσκησης για χιλιάδες νέους, με όσες συνέπειες έχει αυτό στην υγεία, αλλά και στην κοινωνικοποίηση, τη διαμόρφωση του ψυχισμού και συνολικά της προσωπικότητας;
Πιο πολύ όμως απ” την προσπάθεια να βαφτιστεί το κρέας – ψάρι, εκείνο που προκαλεί είναι η προσπάθεια του υπουργείου να συμβιβάσει τις λαϊκές οικογένειες με τις ελλείψεις, και την πραγματικότητα που βιώνουν. Να παρουσιάσει μια σειρά από αποσπασματικές πρωτοβουλίες, για τις οποίες μάλιστα δεν εξασφαλίζει τις απαραίτητες προϋποθέσεις (οικονομικά, προσωπικό, μεταφορά μαθητών, υποδομές κ.ο.κ.) όπως π.χ. την ένταξη στο Δημοτικό μαθημάτων κολύμβησης ή τις εξαγγελίες για επανέναρξη των σχολικών πρωταθλημάτων, ως περίπου ένα ολοκληρωμένο σύστημα φυσικής αγωγής και υγείας που «θα βάλει τα παιδιά σε ένα νέο τρόπο ζωής, σε μια άσκηση διά βίου». Με δυο λόγια, να κόψει και να ράψει τις πολύ μεγάλες ανάγκες για άθληση και φυσική αγωγή στο «μπόι» του τάχα ρεαλισμού, δημιουργώντας και σε αυτόν τον τομέα μειωμένες απαιτήσεις στη λαϊκή οικογένεια.
Χαρακτηριστικά αυτής της προσπάθειας είναι και τα όσα είπε ο υπουργός Παιδείας σε ερώτηση για το εάν είναι λίγες οι ώρες της Γυμναστικής στο σχολείο: «Οχι δεν είναι λίγες οι ώρες. Είναι οι ώρες που επιτρέπονται από το πρόγραμμα. Δεν είναι το πρόγραμμα 60 ώρες»! Με δυο λόγια, οι επιστημονικές έρευνες που αποδεικνύουν ότι είναι σύγχρονη ανάγκη και απαίτηση η καθημερινή ενασχόληση με τη γυμναστική ειδικά σε αυτές τις ηλικίες που βάζουν τις βάσεις και διαμορφώνουν στάσεις ζωής για τη διά βίου επαφή με την άσκηση, πάνε στον κάλαθο των αχρήστων, αφού… δε χωράνε στο πρόγραμμα!
Απέναντι σε αυτήν την προσπάθεια, μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικοί πρέπει να προτάξουν τις σύγχρονες ανάγκες τους για άθληση και φυσική αγωγή. Διεκδικώντας τη διαμόρφωση ενιαίου προγράμματος Φυσικής Αγωγής, διορισμό καθηγητών Φυσικής Αγωγής, αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης και όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις (υλικοτεχνική υποδομή, επιστημονική στήριξη), ώστε να καλύπτονται οι σημερινές ανάγκες. Βάζοντας στο στόχαστρο, και εδώ, τον πραγματικό υπαίτιο, το καπιταλιστικό σύστημα και τις κυβερνήσεις του, που αντιμετωπίζουν το ζήτημα της φυσικής αγωγής ως ατομική ευθύνη, ανησυχώντας γι” αυτή μόνο στο βαθμό που η έλλειψή της και τα όσα προκαλεί στην υγεία αποτελούν «βάρος» και «κόστος» για την ανάπτυξη της καπιταλιστικής κερδοφορίας.
Ο σκοπός της Φυσικής Αγωγής θα εκπληρώνεται όταν όλος ο λαός και ιδιαίτερα η νεολαία θα ασκείται συστηματικά σε όλη του τη ζωή. Προϋπόθεση γι” αυτό είναι στο επίκεντρο της κοινωνίας να βρίσκεται η ικανοποίηση συνολικά των λαϊκών αναγκών. Η σημερινή χρήση των σύγχρονων μέσων, η τεχνολογική ανάπτυξη και ο πλούτος που παράγουν οι εργαζόμενοι δίνουν τη δυνατότητα να αυξηθεί ο ελεύθερος χρόνος (μη εργάσιμος) και να ικανοποιηθούν οι σύγχρονες ανάγκες τους. (…) Με κοινωνική ιδιοκτησία, κεντρικό σχεδιασμό, εργατικό – λαϊκό έλεγχο, συνειδητά και σχεδιασμένα ένα κομμάτι του πλούτου που θα παράγεται θα δαπανάται γι” αυτό το σκοπό. Θα επιστρέφει δηλαδή στο λαό με οργανωμένο και προγραμματισμένο τρόπο, μέσα από δωρεάν δομές.