Η ευρωπαϊκή εμπειρία από την «αξιολόγηση» στην Εκπαίδευση

Η ευρωπαϊκή εμπειρία από την «αξιολόγηση» στην Εκπαίδευση

1

Η συζήτηση για την «αξιολόγηση» στην Εκπαίδευση στην ΕΕ ξεκινά στα μέσα της δεκαετίας του 1990 και ολοκληρώθηκε στις αρχές του 2000 σε όλα τα κράτη – μέλη, με πανομοιότυπο τρόπο, δηλαδή με κοινούς στόχους, εργαλεία, δείκτες και φορείς. Οι φορείς «αξιολόγησης» χωρίζονται σε τοπικό, περιφερειακό και κεντρικό επίπεδο. Η «αξιολόγηση» χωρίζεται σε εσωτερική και εξωτερική.

Στην εσωτερική συμμετέχουν γονείς, μαθητές και τοπικοί φορείς, στο πλαίσιο της οποίας συντάσσεται ετήσια έκθεση από τον διευθυντή του σχολείου, το διοικητικό συμβούλιο (σε όσες χώρες υπάρχει) και τον Σύλλογο Διδασκόντων.

Στην εξωτερική «αξιολόγηση» οι φορείς συντάσσουν επίσης ετήσιες εκθέσεις, παίρνονται συγκεκριμένα μέτρα για τα κακώς αξιολογούμενα σχολεία και αν δεν υλοποιηθούν τα μέτρα, υπάρχουν συγκεκριμένες κυρώσεις. Τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται είναι:

  • Συγκριτικές μελέτες επιδόσεων των μαθητών σε περιφερειακό επίπεδο, σε κεντρικό (εθνικό απολυτήριο) αλλά και σε διεθνές (διαγωνισμός PISA).

  • Επισκέψεις των αξιολογητών στο σχολείο, έλεγχος των υποδομών και της λειτουργίας του σχολείου.

  • Δομημένες συνεντεύξεις του διευθυντή του σχολείου, του προσωπικού και δυνητικά των μαθητών και των γονέων από τους αξιολογητές.

  • Ζωντανή παρατήρηση του μαθήματος από τους αξιολογητές, έλεγχος των εποπτικών μέσων που χρησιμοποιεί ο εκπαιδευτικός, σε μερικές χώρες ακόμα και των τετραδίων των μαθητών.

 2

Θα μπορούσε κάποιος να περιμένει ότι ένα τόσο σκληρό σύστημα ελέγχου της δημόσιας εκπαίδευσης, θα είχε συμβάλει στην ενοποίηση του περιεχομένου της εκπαιδευτικής διαδικασίας, στην αναβάθμιση της ποιότητας της δημόσιας Εκπαίδευσης. Τα αποτελέσματα είναι ακριβώς τα αντίθετα. Υπάρχει πλέον εικοσαετής, πλούσια πείρα που δίνει τη δυνατότητα να αποκρυσταλλωθούν τα συμπεράσματα σε τέσσερις βασικούς άξονες:

Α) Ταξική διαφοροποίηση των σχολείων, ένταση των ταξικών φραγμών, κυρίως στην ανώτερη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και ακόμα περισσότερο στην εισαγωγή στα Πανεπιστήμια.

Β) Αυτονομία της σχολικής μονάδας σε οικονομικό αλλά και παιδαγωγικό επίπεδο, ευελιξία στα παιδαγωγικά προγράμματα, δυνατότητα πολλαπλών επιλογών στο εκπαιδευτικό υλικό, που οδήγησε στην απότομη υποβάθμιση του επιπέδου στα σχολεία, των οποίων οι μαθητές τους προέρχονται από εργατικά – λαϊκά στρώματα.

Γ) Εντατικοποίηση της δουλειάς των εκπαιδευτικών, ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, ακόμα και απολύσεις.

Δ) Απαξίωση σχολικών μονάδων, υποχρηματοδότησή τους και εν τέλει κλείσιμο. Χαρακτηριστικό είναι ότι στην πολυδιαφημισμένη Φινλανδία, τα τελευταία χρόνια έχουν κλείσει 2.500 σχολικές μονάδες.

Το παράδειγμα της Γερμανίας

 3

Για το παρόν άρθρο μελετήσαμε το μοντέλο τριών βασικών χωρών της Ευρώπης, της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Αγγλίας.

Στη Γερμανία, παρότι υπάρχει η ιδιαιτερότητα του ομόσπονδου κράτους και τα κρατίδια έχουν την ευθύνη διοίκησης των σχολείων, από το 1997 συνέρχεται διαρκής σύνοδος των υπουργών Παιδείας, η οποία το 2002 καθορίζει με απόφασή της τα εθνικά standards για την «αξιολόγηση» στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.

Αξίζει να σημειώσουμε ότι η Γερμανία έχει το πιο ταξικά διαφοροποιημένο σύστημα Εκπαίδευσης, καθώς σε ηλικία 11 ετών και αφού ο μαθητής ολοκληρώσει την τετράχρονη Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, το συμβούλιο του σχολείου τού προτείνει ποιον από τους 3 τύπους Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης θα ακολουθήσει: Το Hauptschule (5ο έως 9ο έτος φοίτησης, που οδηγεί σε τεχνικές σχολές), το Realschule (5ο έως 10ο έτος φοίτησης, που οδηγεί στο γενικό απολυτήριο και δυνατότητα πρόσβασης σε επαγγελματικές σχολές) και το Gymnasium (5ο έως 12ο ή 13ο έτος φοίτησης, που δίνει τη δυνατότητα πρόσβασης στο Πανεπιστήμιο). Χαρακτηριστικό είναι ότι για το Hauptschule τα αντικείμενα «αξιολόγησης» είναι η Γλώσσα, τα Μαθηματικά και τα Αγγλικά, ενώ στο Realschule και Gymnasium, στα αντικείμενα «αξιολόγησης» συμπεριλαμβάνονται και οι Φυσικές Επιστήμες.

 4

Το 2004 ιδρύεται το Ινστιτούτο για την Ανάπτυξη της Ποιότητας στην Εκπαίδευση, με έδρα το Πανεπιστήμιο Humboldt, και το 2010 ιδρύεται το Κέντρο για τις Διεθνείς Συγκριτικές Μελέτες Εκπαίδευσης με έδρα το Μόναχο, το οποίο έχει και την ευθύνη της «αξιολόγησης» των αποτελεσμάτων της συμμετοχής της χώρας στον διαγωνισμό PISA. Από το 2006, οι υπουργοί χαράσσουν ενιαία στρατηγική και αποφασίζουν τη διεξαγωγή ετήσιων συγκριτικών μελετών στο επίπεδο των επιμέρους σχολείων της Ομοσπονδίας αλλά και σε εθνικό επίπεδο.

Η εξωτερική «αξιολόγηση» διεξάγεται από εποπτικές αρχές και χωρίζεται σε 3 άξονες: Επιστημονική (επίπεδο διδασκαλίας), νομική (αξιοποίηση υποδομών) και υπηρεσιακή. Διεξάγεται μέσω μελέτης των εγγράφων του σχολείου, συνεντεύξεων, περιήγησης στο σχολείο και ζωντανή παρατήρηση της διδασκαλίας, καταλήγοντας σε αξιολογική έκθεση.

Η εσωτερική «αξιολόγηση» διεξάγεται μέσω συγκριτικών τεστ, δομημένων συνεντεύξεων και με ζωντανή παρατήρηση στην τάξη από τον διευθυντή και τον σύμβουλο Εκπαίδευσης. Συντάσσεται έκθεση από τον διευθυντή του σχολείου, λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις του Συλλόγου Διδασκόντων, του Συλλόγου Γονέων, του σχολικού συμβουλίου και των μαθητών.

Ξεκαθαρίζεται σε όλα τα επίπεδα ότι στόχος είναι η αυτονομία της σχολικής μονάδας που περιγράφεται με το διαδεδομένο μότο: «Κοινό αναλυτικό πρόγραμμα, όχι κοινό σχολικό εγχειρίδιο». Τέλος, ο εκπαιδευτικός αξιολογείται με βάση την έκθεση απόδοσης από τον διευθυντή του σχολείου, αλλά και από επιθεωρητή, που αξιοποιεί τη συνέντευξη, την παρατήρηση της διδασκαλίας και την αξιολόγηση της εργασίας των μαθητών.

Η εμπειρία της «αξιολόγησης» στη Γαλλία

Στη Γαλλία, σε αντίθεση με τη Γερμανία, υπάρχει συγκεντρωτική παράδοση για το εκπαιδευτικό σύστημα, απότοκο του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης. Οι φορείς «αξιολόγησης» είναι:

  • Η Διεύθυνση Αξιολόγησης Σχεδιασμού και Επίδοσης (DEPP), που έχει την ευθύνη του σχεδιασμού και της εφαρμογής της «αξιολόγησης», καθορίζοντας τους δείκτες.

  • Η Γενική Επιθεώρηση Εθνικής Παιδείας (IGEN) που έχει την ευθύνη της παρακολούθησης και της «αξιολόγησης» των επιθεωρητών, των διευθυντών και των συμβούλων. Είναι υπεύθυνη για την τελική «αξιολόγηση» σε σχέση με το διδακτικό περιεχόμενο, τα προγράμματα, τις παιδαγωγικές μεθόδους και τα σχολικά αποτελέσματα, συντάσσοντας ετήσιες εκθέσεις.

  • Η Γενική Επιθεώρηση της Διοίκησης της Εθνικής Εκπαίδευσης και Ερευνας (IGAENR) που έχει την ευθύνη των προσλήψεων, των υποδομών, των μέσων και των οικονομικών πόρων.

Από το 2005, το Ανώτατο Συμβούλιο Εκπαίδευσης συντάσσει ετήσιες εκθέσεις και διατυπώνει προτάσεις για την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. Από το 2000, το Ανώτατο Συμβούλιο Σχολικής Αξιολόγησης συντάσσει συγκριτικές μελέτες για τα αποτελέσματα των μαθητών και την επίδοση των σχολικών ιδρυμάτων.

Οι εκπαιδευτικοί αξιολογούνται από τους Επιθεωρητές Εθνικής Παιδείας, μέσω ζωντανής παρατήρησης του μαθήματος, διαλόγου με τον εκπαιδευτικό και παιδαγωγικών και διοικητικών κριτηρίων. Η εσωτερική «αξιολόγηση» διεξάγεται κυρίως στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και ενισχύει την αυτονομία. Το Διοικητικό Συμβούλιο του σχολείου συντάσσει ετήσια έκθεση στόχων και αποτελεσμάτων.

Η εξωτερική «αξιολόγηση» αφορά στη δομή του σχολείου και τον χαρακτήρα της διδασκαλίας, τα χαρακτηριστικά των μαθητών, συγκρίνει τις επιδόσεις των μαθητών του σχολείου στις εξετάσεις για το Εθνικό Απολυτήριο (Baccalaureat) αλλά και το ποσοστό εισαγωγής στα Πανεπιστήμια.

Στη Γαλλία αποδείχτηκε με τον πιο περίτρανο τρόπο ότι η αυτονομία και η ευελιξία των αναλυτικών προγραμμάτων οδηγούν στην ακόμα μεγαλύτερη ταξική διαφοροποίηση των σχολείων. Το 1982 αρχίζει ένα μεγάλο εθνικό πρόγραμμα «στήριξης» σχολείων με βάση την κοινωνικοοικονομική προέλευση των μαθητών. Βαφτίστηκε «θετική διάκριση» και σαν στόχο είχε την εξομάλυνση των αντιθέσεων.

Ως πανάκεια παρουσιάστηκε η αυτονομία της σχολικής μονάδας, η ανάπτυξη εσωτερικής εκπαιδευτικής πολιτικής στο σχολείο, η ευελιξία των προγραμμάτων μέσα από τις Ζώνες Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας (ΖΕΠ).

Το 2012, παρότι γενικεύθηκε το συγκεκριμένο πρόγραμμα αυτήν την τριακονταετία σε 1.200 σχολεία από 363 στην έναρξή του, τα αποτελέσματα της PISA είναι αποκαλυπτικά: Η Γαλλία είναι η χώρα που η κοινωνικοοικονομική προέλευση των μαθητών ασκεί τη μεγαλύτερη επίδραση στις σχολικές επιδόσεις!

Η διαφοροποίηση συστατικό στοιχείο και στην Αγγλία

Στην Αγγλία την ευθύνη της «αξιολόγησης» έχει ο περιβόητος OFSTED, υπάγεται απευθείας στο Στέμμα και έχει την ευθύνη της οργάνωσης επιθεώρησης των σχολείων, του καθορισμού των κριτηρίων «αξιολόγησης», παίρνει ειδικά μέτρα για τα «μη αποτελεσματικά σχολεία», όπως συχνή επιθεώρηση, αλλαγή διευθυντή ή κλείσιμο σχολικής μονάδας και της δημοσίευσης των αποτελεσμάτων, ενημερώνοντας μαθητές και γονείς.

Από το 2010, συντάσσεται ετήσια έκθεση με τη συμμετοχή γονέων και μαθητών για τα λεγόμενα «κακά» σχολεία, ενώ τα «καλά» σχολεία έχουν αυτή την υποχρέωση κάθε πέντε χρόνια. Η «αξιολόγηση» διεξάγεται σε τέσσερις άξονες:

Α) Μαθησιακά επιτεύγματα. Στην Αγγλία είναι αρκετά διαδεδομένο το «flight path», η προσδοκία δηλαδή που υπάρχει για τις επιδόσεις του μαθητή στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, με βάση τα αποτελέσματα των εξετάσεων στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση SATs (Γλώσσα, Μαθηματικά και σε κάποιες περιπτώσεις Φυσικές Επιστήμες).

Β) Ποιότητα διδασκαλίας.

Γ) Ηγεσία και διοίκηση.

Δ) Συμπεριφορά και ασφάλεια μαθητών.

Κατά τη διαδικασία της εξωτερικής «αξιολόγησης», ο OFSTED ειδοποιεί μια μέρα πριν το σχολείο, το οποίο είναι υποχρεωμένο να στείλει όλα τα αρχεία και τις προηγούμενες εκθέσεις «αξιολόγησης». Οι επιθεωρητές παίρνουν συνέντευξη από τον διευθυντή, το προσωπικό και επιλεκτικά από μαθητές και γονείς, γίνεται επί τόπου παρατήρηση της διδασκαλίας, ελέγχονται τα τετράδια των μαθητών στα οποία πρέπει να φαίνονται οι ειδικοί διδακτικοί στόχοι για κάθε μαθητή, αλλά και ο «διάλογος» του καθηγητή με τον μαθητή για την επίτευξη αυτών των στόχων. Γίνεται έλεγχος κατά πόσο τηρούνται οι εφημερίες και η ασφάλεια κατά την είσοδο και την έξοδο των μαθητών. Τα αποτελέσματα κοινοποιούνται στο Διοικητικό Συμβούλιο του σχολείου, στον διευθυντή, στους γονείς, στην τοπική αρχή που συχνά είναι και ο χρηματοδότης και δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα του OFSTED.

Η εσωτερική «αξιολόγηση» στοχεύει στον υψηλό βαθμό αυτονομίας, καθορίζει τους ετήσιους στόχους και μετρά την επίδοση. Διεξάγεται μέσω ηλεκτρονικής φόρμας αξιολόγησης προόδου με βάση τα κριτήρια του OFSTED, στην οποία φαίνονται οι αδυναμίες και οι δράσεις του σχολείου. Ανά πάσα στιγμή μπορεί να γίνει αιφνιδιαστική παρατήρηση του μαθήματος και έλεγχος των τετραδίων των μαθητών από τον διευθυντή, τον υποδιευθυντή και τον υπεύθυνο μαθήματος (π.χ. Head of Science).

Αυτός ο έλεγχος γίνεται προγραμματισμένα μία φορά το τρίμηνο. Στην έκθεση του σχολείου πρέπει να περιγράφονται τα χαρακτηριστικά του, οι απόψεις των μαθητών και των γονέων, τα επιτεύγματα των μαθητών, με ιδιαίτερο βάρος στις επιδόσεις τους στο Εθνικό Απολυτήριο (GCSE), η ποιότητα των παροχών και η αποτελεσματικότητα της διοίκησης.

Αυτό το σκληρό σύστημα οδηγεί και στα πιο σκληρά αποτελέσματα. Η ταξική διαφοροποίηση των σχολείων στην Αγγλία είναι εμφανέστατη στα αναλυτικά προγράμματα, στα βιβλία, στα φύλλα αξιολόγησης. Για παράδειγμα, στα σχολεία των φτωχών διδάσκονται οι Φυσικές Επιστήμες ως ενοποιημένο μάθημα (science), συνήθως σε βασικό επίπεδο (Foundation Tier), ενώ στα σχολεία των πλουσίων διδάσκονται διακριτά μαθήματα Φυσικών Επιστημών κυρίως σε υψηλό επίπεδο (Higher Tier).

Αυτός ο διαχωρισμός αντανακλάται στις επιδόσεις των μαθητών στις εξετάσεις. Για παράδειγμα, οι μαθητές που δικαιούνται σχολικά γεύματα (Free School Meals) και έχουν επίδοση στις εξετάσεις του GCSE από A έως C*, είναι 27% λιγότεροι από τον μέσο όρο των μαθητών. Οι μαθητές που προέρχονται από την εργατική τάξη έχουν 2,2 φορές λιγότερες πιθανότητες να παρακολουθήσουν το SEM Α” Level, το προπαρασκευαστικό δηλαδή διετές πρόγραμμα που οδηγεί στις πανεπιστημιακές σχολές Μηχανικών, Ιατρικής, Οικονομικών και Φυσικών Επιστημών.

Τέλος, τα αποτελέσματα στις εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών είναι τραγικά: Επαγγελματική εξουθένωση, εντατικοποίηση, πρακτικά κανένας εκπαιδευτικός που διδάσκει στα λαϊκά σχολεία δεν μπορεί να «πιάσει» τους δείκτες «αξιολόγησης». Η διοίκηση τούς οδηγεί στην απόλυση και στη θέση τους προσλαμβάνονται νέοι συνάδελφοι, αρκετοί εκ των οποίων μετανάστες. Χαρακτηριστικό είναι ότι όποιος εγκαταλείπει την Εκπαίδευση στην ηλικία των 40 – 45 χρόνων, αλλάζει επάγγελμα!

Προβολή του μέλλοντος του ελληνικού σχολείου στο ευρωπαϊκό παρόν

Η «αξιολόγηση» είναι στρατηγική επιλογή της ΕΕ, αν θα θέλαμε να την περιγράψουμε με συντομία είναι η «βίαιη προσαρμογή του σχολείου στις ανάγκες του κεφαλαίου».

Χαρακτηριστικό του ενιαίου της είναι ότι την κρίσιμη δεκαετία που περιγράψαμε (2000 – 2010) στην Αγγλία κυβερνούσαν οι Εργατικοί (Μπλερ, Μπράουν), στη Γαλλία συντηρητικοί (Σιράκ, Σαρκοζί), ενώ στη Γερμανία διαδοχικά σοσιαλδημοκράτες, χριστιανοδημοκράτες (Σρέντερ, Μέρκελ) ακόμα και με κοινή κυβέρνηση για μια περίοδο. Είναι η καλύτερη απάντηση απέναντι στις θεωρίες περί νεοσυντηρητισμού και νεοφιλελεύθερων επιλογών της ΝΔ.

Απέναντι στο επιχείρημα ότι αυτά δεν μπορούν να συμβούν στην Ελλάδα, ας δούμε το εξής παράδειγμα που μπορεί να προκύψει με το ήδη υπάρχον θεσμικό πλαίσιο. Σε έναν μέσο δήμο της Αττικής που έχει 5 ΓΕΛ, μετατρέπεται ένα από αυτά σε Πρότυπο, με βάση τη διαδικασία που διεξάγεται αυτήν την περίοδο. Αυτομάτως, οι 2-3 καλύτεροι μαθητές από κάθε τμήμα των άλλων σχολείων εισάγονται με εξετάσεις σε αυτό, υποβάθμιση σε πρώτο επίπεδο.

Ενα από τα υπόλοιπα 4 σχολεία αξιολογείται «κακώς» και αυτό δημοσιεύεται. Φυσικό επακόλουθο: Οι γονείς των καλύτερων μαθητών κάνουν τα «αδύνατα – δυνατά» να πάρουν τα παιδιά τους από αυτό το σχολείο, υποβάθμιση σε δεύτερο επίπεδο.

Πιθανώς αυτό το σχολείο να μην μπορεί να συγκροτήσει κάποια κατεύθυνση π.χ. τη Θετική. Οι 3 – 4 καλύτεροι μαθητές θα μεταβούν σε όμορο σχολείο της ομάδας σχολείων, υποβάθμιση σε τρίτο επίπεδο.

Οι μόνιμοι συνάδελφοι θα κάνουν ό,τι μπορούν να φύγουν από αυτό το σχολείο (με βελτίωση ή απόσπαση), με αποτέλεσμα ένα μεγάλο κομμάτι του Συλλόγου Διδασκόντων να αποτελείται από αναπληρωτές. Η εμπειρία δείχνει ότι αυτά τα σχολεία φτιάχνουν σταθερό πρόγραμμα στο τέλος του χειμώνα.

Και μένουν δύο τελευταίες κινήσεις που, ακόμα, δεν υπάρχουν στο θεσμικό πλαίσιο: Η σύνδεση της «αξιολόγησης» με τη χρηματοδότηση, κάτι που ήδη ισχύει για τα ΑΕΙ, και τέλος το διαφοροποιημένο αναλυτικό πρόγραμμα που θα προκύψει ως ανάγκη, αφού οι μαθητές αυτού του υποβαθμισμένου σχολείου δεν θα μπορούν να παρακολουθήσουν το αναλυτικό πρόγραμμα των υπολοίπων…


Ανδρέας ΚΑΡΓΟΠΟΥΛΟΣ
Μέλος του ΔΣ της ΟΛΜΕ, διδάκτωρ Χημείας

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟ ΥΠΑΙΘ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΑΠΕΡΓΙΑΚΗΣ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ

Α.Σ.Ε. ψηφ. που στηρίζει το ΠΑΜΕ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟ ΥΠΑΙΘ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΑΠΕΡΓΙΑΚΗΣ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ

  • Συνεχίζεται ο εμπαιγμός

  • Καμία ουσιαστική απάντηση στα αιτήματα εκπαιδευτικών και γονιών

  • Μόνη προοπτική η κλιμάκωση και η συνέχιση του Αγώνα

Συναδέλφισσες, Συνάδελφοι

Στα πλαίσια της σημερινής (18/3/2021) απεργιακής κινητοποίησης και συγκέντρωσης στο ΥΠΑΙΘ, πραγματοποιήθηκε συνάντηση αντιπροσωπείας με την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας. Η αντιπροσωπεία αποτελούνταν από τον Πρόεδρο και μέλη του Δ.Σ. της ΔΟΕ, την Πρόεδρο της ΠΟΣΕΕΠΕΑ και τον Πρόεδρο της ΕΛΜΕ Πειραιά. Την πολιτική ηγεσία εκπροσώπησαν η Υφυπουργός Παιδείας κ. Μακρή και η Γενική Γραμματέας του ΥΠΑΙΘ κ. Γκίκα.

Η αντιπροσωπεία έθεσε μια σειρά αιτήματα για την ασφαλή λειτουργία των Ειδικών Σχολείων. Δυστυχώς, σε κανένα δεν δόθηκε θετική απάντηση. Συγκεκριμένα:

Για το ζήτημα της έξαρσης των κρουσμάτων στα Ειδικά Σχολεία

Το ΥΠΑΙΘ επιχείρησε ξεκάθαρα να υποβαθμίσει την κρισιμότητα της κατάστασης. Επιχείρησε να παρουσιάσει μία επίπλαστη πραγματικότητα. Μίλησε για χαμηλό ρυθμό μετάδοσης των κρουσμάτων (“είναι λίγα τα κλειστά σχολεία στο σύνολο”) και να αποδώσει την αλματώδη αύξηση που υπάρχει αποκλειστικά στη γενική έξαρση της διασποράς. Χρησιμοποίησε σαν “απόδειξη” τον αριθμό των σχολείων που είναι κλειστά αυτή την στιγμή (18/3/2021), κρύβοντας όμως πόσα σχολεία ή τμήματα έχουν κλείσει μέχρι τώρα, πόσα προστίθενται καθημερινά κλπ.

Για τους εμβολιασμούς

Η Υφυπουργός Παιδείας παρουσίασε σαν μεγάλη επιτυχία την ένταξη των εκπαιδευτικών των Ειδικών Σχολείων και των μαθητών άνω των 16 ετών στην τρέχουσα εμβολιαστική περίοδο. Ωστόσο, ένα μήνα μετά την συγκεκριμένη εξαγγελία, δεν έχει πραγματοποιηθεί κανένας εμβολιασμός! Ακόμα χειρότερα: η πλειοψηφία των ραντεβού που θα οριστούν μέσω της πλατφόρμας (άνοιξε χτες) θα είναι για μετά από 3 και 4 βδομάδες! Δηλαδή, θα έχουν περάσει δύο ολόκληροι μήνες από την εξαγγελία της πρόταξης των εκπαιδευτικών, ώστε να έχει εμβολιαστεί ένα μέρος εκπαιδευτικών και μαθητών με την πρώτη δόση! Την ίδια ώρα, τα κρούσματα αυξάνονται καθημερινά!

Στο αίτημα των εκπαιδευτικών να δοθεί χρονοδιάγραμμα και να γίνουν άμεσα όλοι οι εμβολιασμοί τις επόμενες ημέρες, η Υφυπουργός Παιδείας δήλωσε ότι δεν είναι σε θέση να δώσει χρονοδιάγραμμα, καθώς υπάρχει έλλειψη εμβολίων, η κατανομή είναι συγκεκριμένη για όλες τις χώρες της Ε.Ε. και ότι με τις δόσεις αυτές πρέπει να εμβολιαστούν και άλλες ομάδες του πληθυσμού ταυτόχρονα. Το ίδιο παραδέχτηκε και η Γενική Γραμματέας του ΥΠΑΙΘ. Συνεπώς, τα εμβόλια ΔΕΝ υπάρχουν, δεν έχουν εξασφαλιστεί δηλαδή όσα απαιτούνται, ώστε να γίνει άμεσα ο εμβολιασμός εκπαιδευτικών και μαθητών, που το επιθυμούν. Αυτό που το ΥΠΑΙΘ ονομάζει υποκριτικά “πρόταξη εκπαιδευτικών και μαθητών των Ειδικών Σχολείων στον εμβολιασμό”, δεν είναι τίποτα άλλο από τη δυνατότητα να κλείσει κάποιος ραντεβού στην τρέχουσα εμβολιαστική περίοδο, όταν και όποτε υπάρξει διαθεσιμότητα φυσικά, ανάλογα με τις υπάρχουσες δόσεις εμβολίων και παράλληλα με τις υπόλοιπες ομάδες του πληθυσμού που εμβολιάζονται αυτή την περίοδο. Πρόκειται για εμπαιγμό! Ας αναλογιστεί κανείς ότι η πρώτη δόση θα έχει πραγματοποιηθεί γύρω στο Πάσχα!

Δεν έλειψαν τέλος και οι προσπάθειες να κατηγορηθούν οι ίδιοι εκπαιδευτικοί γιατί δεν δείχνουν τάχα διάθεση συμμετοχής στον εμβολιασμό (50% έχει ζητήσει σε πρώτη φάση, ποσοστό καθόλου ευκαταφρόνητο), να ανασυρθεί ο καταδικασμένος στις συνειδήσεις κοινωνικός αυτοματισμός (“μη ζητάτε άμεσα εμβολιασμό, γιατί είναι σαν να ζητάτε να σταματήσουν να εμβολιάζονται όλοι άλλοι για να εμβολιαστεί εσείς”), αλλά και να αποδοθούν οι καθυστερήσεις σε γραφειοκρατικά προβλήματα (που παρά το γεγονός ότι λύθηκαν, οι εμβολιασμοί ακόμα δεν έχουν ξεκινήσει).

Για το ζήτημα των δρομολογίων

Το ΥΠΑΙΘ δήλωσε πως ασκούνται πιέσεις στο αρμόδιο Υπουργείο για να αυξηθούν τα δρομολόγια και πως το ζήτημα δεν είναι στην άμεση δική του ευθύνη. Στάθηκε ξανά στην ΚΥΑ του Ιανουαρίου, που δίνει τη δυνατότητα στους Διευθυντές των σχολείων να αιτηθούν στις Περιφερειακές Ενότητες την αλλαγή των δρομολογίων, ώστε να αποφεύγεται ο συγχρωτισμός. Ωστόσο, Διευθυντές έχουν υποβάλλει σχετικό αίτημα, αλλά τα δρομολόγια παραμένουν τα ίδια.

Για το ζήτημα των τεστ

Η Υφυπουργός Παιδείας, δήλωσε πως, σύμφωνα με τον ΕΟΔΥ πραγματοποιούνται τεστ στα Ειδικά Σχολεία κάθε 2 με 3 εβδομάδες, ανάλογα με την περιοχή. Η αλήθεια και σε αυτό το ζήτημα είναι διαφορετική. Σε πολλά Ειδικά Σχολεία στην Επικράτεια έχουν γίνει ελάχιστα τεστ, ελάχιστες επισκέψεις του ΕΟΔΥ. Όπου αυτές είναι πιο συχνές, δεν οφείλονται σε πρόγραμμα και μέριμνα του ΕΟΔΥ, αλλά σε επιμονή και αιτήματα των ίδιων Διευθυντών των Σχολείων.

Οι εκπρόσωποι της πολιτικής ηγεσίας προσπάθησαν να αντισταθμίσουν την ανάγκη μαζικών και επαναλαμβανόμενων τεστ με επίκεντρο το σχολείο, με την τυχαία δειγματοληψία, μέσω της πλατφόρμας edu.testing.gov.gr.

Κατηγόρησαν ξανά τους εκπαιδευτικούς ότι δεν χρησιμοποιούν την πλατφόρμα, δεν προσέρχονται για τεστ (30 χιλιάδες έχουν γίνει σε εκπαιδευτικούς μέχρι τώρα, μέσω της πλατφόρμας), τα οποία μάλιστα έχουν δεσμευτεί σε βάρος άλλων αναγκών (ξανά κοινωνικός αυτοματισμός)! Η αλήθεια είναι ότι, σε όποιο σχολείο πάει ο ΕΟΔΥ, οι εκπαιδευτικοί, το ΕΕΠ και το ΕΒΠ συμμετέχουν κάθε φορά μαζικά στα τεστ! Η πραγματοποίηση τεστ μέσω της πλατφόρμας, όπου το ραντεβού μπορεί να οριστεί μακριά από τον τόπο κατοικίας ή εργασίας, σε ακατάλληλη ώρα και μέρα, είναι δυσκολίες που αποθαρρύνουν έναν εκπαιδευτικό να πάρει μέρος. Πάνω από όλα, δεν μπορεί να προσφέρει ουσιαστικά συμπεράσματα για την πορεία και την εξέλιξη της πανδημίας.

Για το ζήτημα των ελλείψεων σε εκπαιδευτικούς, ΕΕΠ και ΕΒΠ

Δεν αρνήθηκαν τις ελλείψεις, αλλά δήλωσαν πως κάνουν ό, τι μπορούν. Σαν απόδειξη γι’ αυτό, παρουσίασαν τους 4500 διορισμούς στην Εδική Αγωγή και τον αριθμό των προσλήψεων αναπληρωτών μέχρι τώρα.

Για το ζήτημα της καταγραφής και παρακολούθησης των μαθητών που ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες από φορέα της Πρωτοβάθμιας φροντίδας Υγείας, με βάση τον τόπο κατοικίας.

Η πολιτική ηγεσία δεν έδωσε κάποια απάντηση. Ο κ. Ζυμβρακάκης (υπηρεσιακός παράγοντας) ανέφερε στο περιθώριο της συνάντησης ότι αυτό αποτελεί ευθύνη του σχολικού νοσηλευτή (που πολλά σχολεία δεν έχουν ή έχουν λιγότερους από αυτούς που απαιτούνται) και του κοινωνικού λειτουργού.

Είναι φανερό ότι η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας για μια ακόμα φορά εμπαίζει τους εκπαιδευτικούς, τους μαθητές και τους γονείς τους στην Ειδική Αγωγή, έχει εγκληματικές ευθύνες. Την ώρα που γιγαντώνεται το 3ο κύμα της Πανδημίας, που οι ΜΕΘ βρίσκονται σε 100% πληρότητα και εκατοντάδες συνάνθρωποί μας βρίσκονται διασωληνωμένοι εκτός ΜΕΘ, το Υπουργείο Παιδείας δεν παίρνει κανένα ουσιαστικό μέτρο για να προστατέψει τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές στην Ειδική Αγωγή.

Ο μόνος δρόμος που έχουμε είναι αυτός του ανυποχώρητου αγώνα για την προστασία της ζωής και της υγείας των συναδέλφων και των μαθητών μας. Συνεχίζουμε δυναμικά και απαιτούμε:

  • Να προταχθούν οι εκπαιδευτικοί στους μαζικούς εμβολιασμούς, με προτεραιότητα τους εργαζόμενους στα ειδικά σχολεία!

  • Να διενεργούνται μαζικά, περιοδικά τεστ ώστε να ελέγχεται η διασπορά. Σε περίπτωση επιβεβαιωμένου κρούσματος να γίνονται οι αναγκαίες ιχνηλατήσεις, αλλά και φροντίδα των πασχόντων.

  • Να έχουν όλα τα σχολεία Νοσηλευτή!

  • Να προσληφθεί επιπλέον προσωπικό για να μειωθούν οι μαθητές ανά ομάδα, να αξιοποιηθούν τα κλειστά σχολεία, κάθε υποδομή για να μην συγχρωτίζονται μαθητές και εργαζόμενοι.

  • Να προσληφθεί επιπλέον, προσωπικό καθαριότητας για να καλύπτονται τα υγειονομικά πρωτοκόλλα.

  • Να γίνεται αυστηρός έλεγχος από την Περιφέρεια για το εάν τηρούνται τα υγειονομικά πρωτόκολλά στη μεταφορά των μαθητών.

  • Να αυξηθούν τα δρομολόγια ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος.

  • Για όσους μαθητές αναστέλλεται η διαδικασία είτε κλεισίματος του σχολείου, είτε σοβαρών προβλημάτων, με ευθύνη του Υπουργείου να συνεχίζονται οι αναγκαίες επιστημονικές παρεμβάσεις!

Αθήνα, 19/3/2021

dt4

dt1dt2