Ποιους στόχους έρχεται να υπηρετήσει το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής – από Α.Σ.Ε.
Συνέχεια των αναδιαρθρώσεων των προηγούμενων κυβερνήσεων
Να θυμίσουμε εδώ ότι το νομοσχέδιο αυτό είναι στην πραγματικότητα συνέχεια του λεγόμενου σχεδίου «Αθηνά», που είχε φέρει η κυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ επί θητείας Αρβανιτόπουλου στο υπουργείο Παιδείας. Ηδη από το 2013 οι αποκαλούμενες «βέλτιστες πρακτικές» του ΟΟΣΑ, καθώς και το μνημόνιο, συμπεριλάμβαναν κατευθύνσεις για συγχωνεύεις Ιδρυμάτων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, για λόγους δημοσιονομικούς, αλλά και για να επιτευχθεί μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα των νέων Ιδρυμάτων που θα προέκυπταν. Ηδη, λοιπόν, από το 2013, συζητιόταν η «ομοσπονδιοποίηση» των Ιδρυμάτων της Αττικής σε ένα νέα «υπερ-ίδρυμα», που προτεινόταν να ονομαστεί «Ιδρυμα Κοραή». Αντίστοιχα, είχαν προχωρήσει ιδέες και κατευθύνσεις από διοικήσεις άλλων Ιδρυμάτων σε όλη τη χώρα, με βάση την ενιαία στρατηγική της ανταγωνιστικότητας και της αποκαλούμενης «αριστείας» των τριτοβάθμιων Ιδρυμάτων.
Τα σχέδια του 2013 δεν προχώρησαν αρκετά, λόγω αντιδράσεων κυρίως από τα ίδια τα Ιδρύματα, Σχολές και Τμήματα που επρόκειτο να κλείσουν ή να συγχωνευθούν. Συγκεκριμένα, οι πρυτάνεις και γενικότερα οι διοικήσεις, ενώ είχαν συμμετάσχει στη συζήτηση και πίεζαν για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των Ιδρυμάτων, στην πορεία έβαζαν εμπόδια, όταν επρόκειτο για Τμήμα του Ιδρύματός τους, συναντώντας αντιδράσεις και από την πλειοψηφία των μελών ΔΕΠ, την απροθυμία τους να συνενωθούν με άλλα Τμήματα. Ρόλο βέβαια έπαιξε και η ξεκάθαρη θέση «να μην πληρώσουν το μάρμαρο των κλεισιμάτων – συγχωνεύσεων για άλλη μια φορά οι σπουδαστές», όπως διατυπώθηκε από το Μέτωπο Αγώνα Σπουδαστών μέσα στο φοιτητικό κίνημα.
Το παρόν νομοσχέδιο αποτελεί έναν σημαντικό κρίκο στην εναρμόνιση της χώρας με τις επιταγές του αποκαλούμενου «Ενιαίου Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης» (ΕΧΑΕ), που είναι ο άξονας της Συνθήκης της Μπολόνια (1999). Η προώθηση ΕΧΑΕ είναι βασικός όρος για την τόνωση της κερδοφορίας του κεφαλαίου σε επίπεδο ΕΕ, που γίνεται ακόμα πιο κρίσιμος στο πλαίσιο του ενδεχομένου ανάκαμψης μετά την καπιταλιστική κρίση. Στην ουσία πρόκειται για την προσπάθεια διαμόρφωσης μιας ομοιογενούς (κατά το δυνατόν, λόγω της ανισομετρίας στην ανάπτυξη) ευρωπαϊκής αγοράς εκπαιδευτικών και ερευνητικών υπηρεσιών και υψηλά ειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού (επιστημόνων), που θα καθίσταται έτσι ανταγωνιστική προς άλλες αντίστοιχες αγορές (ΗΠΑ, Κίνα, ανερχόμενες όπως η Βραζιλία κ.λπ.).
Η δημιουργία του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής έρχεται μαζί με την παγίωση της πιστοποίησης προσόντων και της κατάταξης – κατηγοριοποίησης πτυχίων και αποφοίτων σε διαφορετικά κάθετα επίπεδα. Ετσι, διαμορφώνεται μια κατάσταση (όχι νέα, αλλά σίγουρα βαθύτερη) όπου στο ίδιο επιστημονικό αντικείμενο υπάρχουν πολλά και διαφορετικά Τμήματα, πτυχία ή πιστοποιητικά και απόφοιτοι, α’, β” και γ” κατηγορίας. Για παράδειγμα, στα τεχνικά επαγγέλματα θα έχουμε πλέον μηχανικούς με πτυχίο master πενταετούς φοίτησης των Πολυτεχνικών Σχολών, με πτυχίο bachelor τετραετούς φοίτησης της Σχολής Μηχανικών του νέου Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, φουρνιές αποφοίτων των ΤΕΙ (Τεχνολόγοι Μηχανικοί) αλλά και απόφοιτους των νέων διετών προγραμμάτων σπουδών στα τεχνικά επαγγέλματα, απόφοιτους ΕΠΑΣ και πάει λέγοντας…
Τι εξυπηρετεί αυτή η διάκριση; Η οποία μάλιστα πολλαπλασιάζεται αν αναλογιστεί κανείς πως, και μετά το πτυχίο, υπάρχουν επιπλέον επίπεδα και διακρίσεις στην πρόσβαση του επαγγέλματος με βάση την εργασιακή εμπειρία και το μέγεθος των έργων που έχει αναλάβει ο κάθε μηχανικός, εντασσόμενος σε ένα μητρώο με 5 επιπλέον επίπεδα, με αποτέλεσμα μόνο «τα μεγάλα ψάρια» (βλ. μεγάλες τεχνικές εταιρείες και κατασκευαστικοί όμιλοι) τελικά να έχουν πλήρη πρόσβαση στο επάγγελμα; Προφανώς αυτή η πολυκατηγοριοποίηση διευκολύνει την πίεση των εργασιακών δικαιωμάτων προς τα κάτω για όλους. Με την απειλή της ανεργίας και της απόλυσης, ο εργοδότης «δείχνει» σε κάθε υποψήφιο εργαζόμενο τη στρατιά ανέργων που περιμένουν και δέχονται να δουλέψουν με τους χείριστους όρους, για να εκβιάσει τη συναίνεσή του στη μείωση των αποδοχών, στην κατάργηση κάθε ασφαλιστικού δικαιώματος, στη δουλειά με το «μπλοκάκι», στην εντατικοποίηση της εργασίας (χωρίς ωράριο, δουλειά τα Σαββατοκύριακα κ.λπ.). Αυτό σημαίνει στη «γλώσσα» τους «ανταγωνιστικός εργαζόμενος».
Γιατί όμως σήμερα υπάρχει τόση πίεση να περάσει ένας νόμος που φέρνει ντε φάκτο την πιστοποίηση προσόντων, ενώ τόσο καιρό καθυστερούσε και είχε τις παλινωδίες των σχεδίων «Αθηνά»; Είναι η ίδια πίεση για να προχωρήσει ο συνδικαλιστικός νόμος του χτυπήματος στο απεργιακό δικαίωμα, των πλειστηριασμών της πρώτης κατοικίας, των άλλων μέτρων των προαπαιτούμενων της 3ης «αξιολόγησης». Είναι το στοίχημα του κεφαλαίου για να προϋπαντήσει τη φάση της ανάκαμψης, με μέτρα που έρχονται με μεγαλύτερη σφοδρότητα ακόμα και από την περίοδο της κρίσης, για να διασφαλιστεί η ταφόπλακα στα εργασιακά δικαιώματα.
Είναι η δέσμευση της κυβέρνησης προς τους κεφαλαιοκράτες και τον ΣΕΒ, μέρος της οποίας είναι και το «συμμάζεμα» των Ανώτατων Ιδρυμάτων. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι αφενός ο δραστικός περιορισμός των Ανώτατων Ιδρυμάτων είναι μνημονιακή δέσμευση της κυβέρνησης, αφετέρου ο ΣΕΒ και οι εκπρόσωποί του έχουν ζητήσει επανειλημμένα τη μείωση της γεωγραφικής διασποράς των ΑΕΙ και την καλύτερη οργάνωση και στοίχισή τους στους στόχους της περιφερειακής και κλαδικής καπιταλιστικής ανάπτυξης. Από το καλοκαίρι μάλιστα παρουσιάστηκε μελέτη υπό την αιγίδα του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και της ΜΚΟ «Endeavor» (όπου φιγουράρουν σχεδόν όλοι οι μονοπωλιακοί όμιλοι που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, όπως «Nestle», «Κορρές», «NOKIA», «Σκλαβενίτης» κ.ά.), η οποία μελέτη έβαζε το ζήτημα της καλύτερης ανταπόκρισης, γεωγραφικά και ως προς το περιεχόμενο των προγραμμάτων σπουδών των ΑΕΙ, στις προσδοκίες των εργοδοτών.
Είναι «ηλίου φαεινότερο» λοιπόν ότι η δημιουργία του Πανεπιστημίου Δ. Αττικής κάθε άλλο παρά λαμβάνει υπόψη την ακαδημαϊκή αναγκαιότητα, όπως προσπαθούν εκ του πονηρού να πείσουν. Αντίθετα, εντάσσεται πλήρως στην προσπάθεια να αναπροσαρμοστούν η διοίκηση και η δομή, αλλά κυρίως το περιεχόμενο σπουδών και οι δεξιότητες που αυτά παρέχουν, με κριτήριο τις στοχεύσεις του κεφαλαίου και άξονα το αποκαλούμενο «νέο παραγωγικό μοντέλο» του ΣΥΡΙΖΑ.
Στην ίδια έκθεση που προαναφέρθηκε, επισημαίνεται ιδιαίτερα ότι το 53% των αποφοίτων των ελληνικών πανεπιστημίων παρακολουθούν αντικείμενα σπουδών που δεν συμβάλλουν στην αναπτυξιακή προσπάθεια της χώρας, ενώ προτείνεται ως λύση ο πιο καίριος προσανατολισμός της Ανώτατης Εκπαίδευσης στους τομείς που χρειάζεται η επιχειρηματικότητα. Ο ίδιος άλλωστε ο υπουργός Παιδείας, σε πρόσφατη συνέντευξή του στην εφημερίδα «Τα Νέα», ανέφερε ότι «η παρέμβαση στη Δυτική Αττική έχει, πέρα από ακαδημαϊκό, και αναπτυξιακό περιεχόμενο».
Σε όλο αυτό το πλέγμα των εξελίξεων σχετικά με την πιστοποίηση, πρέπει να προστεθεί και η ανακοίνωση του υπουργού ότι σύντομα θα φέρει νόμο για την πλήρη αναγνώριση των κολεγίων, ενώ ενισχυτικά και πιέζοντας προς αυτήν την κατεύθυνση έχει καταθέσει Ερώτηση στη Βουλή και η Νέα Δημοκρατία. Η αναγνώριση των κολεγίων είναι ίσως το τελευταίο «σκαλοπάτι» πριν από τη θεσμοθέτηση των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Αλλωστε, όσο προχωρά η κατάταξη των πτυχίων και αποφοίτων σε επίπεδα και κατηγορίες, τόσο διευκολύνεται η μεγαλύτερη «απελευθέρωση» της αγοράς εκπαιδευτικών προϊόντων που θα εντάσσονται κάτω από την κοινή «ομπρέλα» του ΕΧΑΕ. Τόσο περισσότερο χάνουν και το περιεχόμενό τους τα επαγγελματικά δικαιώματα που απορρέουν από κάθε επιστημονικό αντικείμενο, αφού αυτά πλέον ρυθμίζονται αποκλειστικά από την αγορά. Στο έδαφος μάλιστα της κατάργησης των Συλλογικών Συμβάσεων, της ατομικής διαπραγμάτευσης των όρων εργασίας, της παγίωσης του ΑΣΕΠ στο Δημόσιο, η κατοχύρωση επαγγελματικών δικαιωμάτων είναι πλέον κενό γράμμα. Γι” αυτό άλλωστε και τα αστικά επιτελεία έχουν αντικαταστήσει πλέον τον όρο «επαγγελματικό δικαίωμα» με τον όρο «επαγγελματικό περίγραμμα», δηλαδή μια απλή περιγραφή του επιστημονικού πεδίου που μπορεί δυνητικά να καλύπτει ένα πτυχίο. Τώρα το τι θα κάνει ένας πτυχιούχος με αυτό το πτυχίο, αυτό – για να το πούμε χαριτολογώντας – είναι από άλλο ανέκδοτο…
Με βάση τα παραπάνω, καθίσταται σαφές ότι το νέο Πανεπιστήμιο έρχεται να εξυπηρετήσει τους σχεδιασμούς του κεφαλαίου ειδικά για την περιοχή της Δυτικής Αττικής, όπου συγκεντρώνεται ειδικού τύπου επιχειρηματική δραστηριότητα, με εμβληματική την παρουσία της «Cosco» στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη και στο λιμάνι του Πειραιά, την οργάνωση της λεγόμενης Εφοδιαστικής Αλυσίδας (Logistics) στο Θριάσιο, τα σχέδια για επιχειρηματικά πάρκα στον Ασπρόπυργο και στη Μάνδρα, πάνω στα ερείπια των πλημμυρών. Είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική η δήλωση του αντιπρύτανη του ΤΕΙ Πειραιά, ο οποίος αναφέρει ότι με την ίδρυση του Πανεπιστημίου «θα δημιουργηθεί ένα μεγάλο Ιδρυμα, «ορατό» διεθνώς, με στόχο να ενεργοποιήσει όλες τις δυνάμεις για την ανάδειξη της Δυτικής Αττικής σε μεταβιομηχανικό κέντρο εθνικής σημασίας, όπως λειτούργησε ανάλογα η περιοχή του Πειραιά στη βιομηχανική εποχή».
Επομένως, ο ρόλος του νέου Πανεπιστημίου είναι να αποτελέσει ένα πρότυπο σύνδεσης με τους περιφερειακούς και κλαδικούς στόχους του κεφαλαίου, να καλύψει κενά στις αναζητήσεις των μονοπωλίων σε σχέση με δεξιότητες που λείπουν από το επιστημονικό δυναμικό, να τροφοδοτήσει με επιστήμονες και εξοπλισμό – υποδομές τους σχεδιασμούς καπιταλιστικής ανάπτυξης της Δυτικής Αττικής. Την ίδρυσή του έσπευσε να χαιρετίσει και ο πρόεδρος της Περιφερειακής Ενωσης Δήμων Αττικής, με την υπόσχεση ότι θα συμβάλει στην «παραγωγική» συνεργασία Περιφέρειας και νέου Ιδρύματος.
Το επόμενο διάστημα θα γίνει πιο συγκεκριμένη η εικόνα της διαμόρφωσης των προγραμμάτων σπουδών στο νέο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής. Θα φανεί πιο ξεκάθαρα και ο προσανατολισμός του περιεχομένου που θα δώσουν σε παλιές και νέες ειδικότητες, και κυρίως στα διετή προγράμματα σπουδών.
Το Κόμμα μας, οι δυνάμεις μας στα Πανεπιστήμια και στα ΤΕΙ, παρακολουθούμε συστηματικά τις εξελίξεις στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, σε συνδυασμό με τις αντίστοιχες εξελίξεις των κλάδων, τόσο σε επίπεδο στρατηγικών σχεδιασμών του κεφαλαίου, όσο και σε σχέση με τη διαμόρφωση των νέων εργασιακών όρων. Τοποθετούμαστε ενιαία σε Πανεπιστήμια και ΤΕΙ, σε Επιμελητήρια και συνδικαλιστικούς φορείς, και αυτό πρέπει να μας βγάζει μπροστά, με θάρρος, στην υπεράσπιση των αιτημάτων μας στο φοιτητικό κίνημα, στο ξεδίπλωμα της πρότασης του Κόμματος για Ενιαία Ανώτατη Εκπαίδευση με εργατική εξουσία. Η θέση μας – να διασφαλίζεται όλη η γνώση στο πτυχίο, να είναι αυτό μοναδική προϋπόθεση για την πλήρη πρόσβαση στο επάγγελμα – είναι θέση που απαντά στις σημερινές αγωνίες του φοιτητή που έρχεται αντιμέτωπος με την ανεργία, με την πολύπλευρη απαξίωση της εργατικής δύναμης. Ταυτόχρονα, ανοίγει το δρόμο για να συζητήσουμε πιο πλατιά με τη νεολαία τον τρόπο που και η υψηλά ειδικευμένη, πανεπιστημιακή, εργατική δύναμη θα εντάσσεται μέσω του κεντρικού σχεδιασμού στη σοσιαλιστική οικονομία, θα αποκτά άλλο κοινωνικό περιεχόμενο και ρόλο, αίροντας τις αντιφάσεις, τα ηθικά διλήμματα και την εκμετάλλευση που ο καπιταλισμός βάζει συνέχεια μπροστά στον επιστήμονα σήμερα.