Όχι στην παγίωση των τρίμηνων συμβάσεων και της ελαστικής εργασίας! Μόνιμη και σταθερή δουλειά! Κάλυψη των πραγματικών αναγκών της εκπαίδευσης!

ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ

Όχι στην παγίωση των τρίμηνων συμβάσεων και της ελαστικής εργασίας!

Μόνιμη και σταθερή δουλειά!

Κάλυψη των πραγματικών αναγκών της εκπαίδευσης!

Κατά τη διάρκεια της περσινής χρονιάς, η κυβέρνηση, αντί να καλύψει όλα τα κενά με το απαραίτητο μόνιμο προσωπικό για την ασφαλή λειτουργία των σχολείων εν μέσω πανδημίας, αποφάσισε -στο όνομα των έκτακτων συνθηκών, να ελαστικοποιήσει ακόμα περισσότερο τις σχέσεις εργασίας των εκπαιδευτικών, εισάγοντας τον θεσμό των τρίμηνων συμβάσεων. Σε πάρα πολλές περιπτώσεις οι συγκεκριμένοι συμβασιούχοι δεν κάλυπταν έκτακτα κενά που σχετίζονταν με τον κορωνοϊό, αλλά λειτουργικές ανάγκες των σχολείων, αποδεικνύοντας ότι οι συγκεκριμένες συμβάσεις ήρθαν για να μείνουν και αποτελούν κομμάτι του σχεδίου όλων των κυβερνήσεων για επέκταση της ευέλικτης απασχόλησης!

Η φετινή τροπολογία, που κατατέθηκε και ψηφίστηκε στο νομοσχέδιο για το Κτηματολόγιο (!) δεν αφήνει καμία αμφιβολία για τα παραπάνω, αφού οι περιοχές που θα επιλέξει ο αναπληρωτής για την κανονική, πλήρους ωραρίου σύμβαση, θα είναι ακριβώς ίδιες με την τρίμηνη σύμβαση. Οι αναπληρωτές που θα επιλέξουν το «κουτάκι» αποδοχής της τρίμηνης σύμβασης, ώστε να έχουν περισσότερες πιθανότητες να μην μείνουν άνεργοι, μπορεί να αναγκαστούν να μετακινηθούν μακριά από τον τόπο κατοικίας τους, με οικονομικό, οικογενειακό και προσωπικό κόστος, χωρίς την παραμικρή στήριξη, και μετά από τρεις μήνες να μετακινηθούν ξανά σε κάποιο άλλο κενό της Διεύθυνσης ή να απολυθούν!

Στο όνομα της πανδημίας και της «τήρησης των μέτρων», οι αναπληρωτές των τρίμηνων συμβάσεων θα καλύπτουν κενά εκπαιδευτικών που θα βγαίνουν στη διάθεση με περικοπή αποδοχής ή αναπληρωτών που θα απολύονται. Η κυβέρνηση, που εδώ και δύο χρόνια δεν πήρε κανένα ουσιαστικό μέτρο για την ασφάλεια αλλά και τη σωστή ενημέρωση των εργαζομένων, ρίχνει και πάλι την ευθύνη σε αυτούς και αξιοποιεί την πανδημία για να εδραιώσει τις ελαστικές σχέσεις εργασίας και να καταπατήσει εργασιακά δικαιώματα. Επιπλέον, στην περσινή εγκύκλιο αναφέρεται ότι οι τρίμηνες συμβάσεις αφορούν δια ζώσης διδασκαλία, κάτι το οποίο έχει αφαιρεθεί από τη φετινή τροπολογία, ανοίγοντας δρόμο για την παραμονή της τηλεδιδασκαλίας στα σχολεία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται στην εκπαίδευση των παιδιών.

Οι ανάγκες της εποχής, που έχουν πολλαπλασιαστεί από την πανδημία, απαιτούν κάλυψη όλων των κενών με μόνιμο, σταθερό προσωπικό. Οι συμβασιούχοι εκπαιδευτικοί πρέπει να απαντήσουμε αποφασιστικά στην προσπάθεια όλων των κυβερνήσεων να μας μετατρέψουν σε υποταγμένους εργαζόμενους- λάστιχο χωρίς δικαιώματα, υποβαθμίζοντας το σχολείο και τη μόρφωση των παιδιών. Συνεχίζουμε τον κοινό αγώνα μας μέσα από τα σωματεία μας και διεκδικούμε την κατάργηση των τρίμηνων συμβάσεων και κάθε μορφής ευέλικτης απασχόλησης, τη μονιμοποίηση όλων των αναπληρωτών με βάση τα πραγματικά κενά και τις ανάγκες των σχολείων!

Ανακοίνωση προς τους διορισθέντες εκπαιδευτικούς

Α.Σ.Ε. ψηφ. που στηρίζει το ΠΑΜΕ

Συγχαρητήρια σε όλες τις συναδέλφισσες και τους συναδέλφους που διορίζονται!

Συνεχίζουμε στον δρόμο του αγώνα για το σχολείο που θα ικανοποιεί τις σύγχρονες ανάγκες εκπαιδευτικών και μαθητών.

Η Αγωνιστική Συσπείρωση Εκπαιδευτικών εύχεται σε όλες τις συναδέλφισσες και τους συναδέλφους που διορίστηκαν στη Γενική Εκπαίδευση καλή αρχή και καλή τοποθέτηση! Ύστερα από 12 χρόνια αδιοριστίας, ύστερα από αγώνες που δώσαμε μαζικά μέσα από τα σωματεία μας, 11.700 συνάδελφοι που μέχρι χθες αναπλήρωναν τον εαυτό τους, γυρνώντας απ΄άκρη σ΄άκρη τη χώρα, θα βρίσκονται τον Σεπτέμβρη στα σχολεία με μόνιμη σχέση εργασίας, κάτι βέβαια που θα έπρεπε να ήταν αυτονόητο για όλους τους εκπαιδευτικούς, μια και μιλάμε για τη μόρφωση των παιδιών μας, για τη μόρφωση της νέας γενιάς. Τα τεράστια κενά στα σχολεία (60.000 συμβασιούχοι την περασμένη σχολική χρονιά), αλλά και οι αγώνες μας όλα τα προηγούμενα χρόνια, στην ουσία επέβαλαν τους συγκεκριμένους διορισμούς. Όλα τα κόμματα και οι κυβερνήσεις που έφτασαν τα σχολεία σ΄ αυτή την απαράδεκτη και οριακή κατάσταση δεν έχουν κανένα δικαίωμα να εμφανίζονται σήμερα τιμητές και σωτήρες της εκπαίδευσης.

Γνωρίζουμε όλοι οι εκπαιδευτικοί, αλλά και συνολικά οι εργαζόμενοι, πόσο σημαντική είναι η μόνιμη και σταθερή δουλειά, πόσο σημαντικό είναι να ζεις και να εργάζεσαι σε έναν τόπο και πόσο δύσκολο ήταν όλα αυτά τα χρόνια για όλους τους συμβασιούχους εκπαιδευτικούς να αλλάζουν τόπο κατοικίας και εργασίας κάθε χρόνο, με ό,τι αυτό σημαίνει για την προσωπική και οικογενειακή ζωή του καθένα. Βέβαια, η πλειοψηφία των συμβασιούχων είδαν «το τρένο να περνά» και θα συνεχίσουν να ζουν σε αυτό το καθεστώς ομηρείας και τα επόμενα χρόνια, θα συνεχίσουν την αναπλήρωση, χωρίς να γνωρίζουν το αν και πότε θα ξαναγίνουν μόνιμοι διορισμοί. Γι΄ αυτό και οι αγώνες μας δε σταματούν εδώ!

Χρειάζεται να δυναμώσει και κλιμακωθεί σε όλα τα επίπεδα ο αγώνας για μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους. Μαζί με το αίτημα της μονιμοποίησης ΟΛΩΝ των συμβασιούχων που δουλεύουν στη εκπαίδευση, έχουμε να παλέψουμε για ένα σχολείο σύγχρονο και πραγματικά αναβαθμισμένο, όχι όμως με την έννοια που το εννοεί η Κυβέρνηση της Ν.Δ., η οποία ψήφισε πριν λίγες μέρες, μέσα στο κατακαλόκαιρο, ένα νομοσχέδιο που, όχι μόνο δεν το αναβαθμίζει, αλλά που κατηγοριοποιεί σχολεία και μαθητές, που διευρύνει τους ταξικούς φραγμούς, που αξιολογεί με τον βούρδουλα τους εκπαιδευτικούς με σκοπό να υλοποιούν χωρίς να σηκώνουν κεφάλι όλα τα αντιεκπαιδευτικά μέτρα. Έχουμε να παλέψουμε για ένα σχολείο που θα ικανοποιεί τις σύγχρονες μορφωτικές ανάγκες όλων των μαθητών, και τις εργασιακές όλων των εκπαιδευτικών. Γι΄ αυτό, από την πρώτη στιγμή που θα μπούμε στα σχολεία μας τον Σεπτέμβρη, είναι ανάγκη να διεκδικήσουμε όλα τα δικαιώματά μας και σαν νεοδιόριστοι.

Είναι σημαντικό οι νεοδιόριστοι συνάδελφοι να γνωρίζουν ότι με βάση το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο:

  • Θα πρέπει να υπηρετήσουν δύο χρόνια την οργανική τους θέση πριν να έχουν το δικαίωμα για απόσπαση/μετάθεση, εκτός από ορισμένες εξαιρέσεις(ειδικές κατηγορίες) που έχουν το δικαίωμα να κάνουν αίτηση και να την πάρουν, εφόσον το κρίνει το αρμόδιο όργανο. Έχουν δικαίωμα για απόσπαση εντός ΠΥΣΠΕ/ΠΥΣΔΕ όλοι οι συνάδελφοι από τον 2ο χρόνο.

  • Μετά τα δύο χρόνια κρίνονται με σκοπό να μονιμοποιηθούν, με βάση το νέο νομοθετικό πλαίσιο που ψήφισε η κυβέρνηση. Σε περίπτωση μη αξιολόγησης η διαδικασία επαναλαμβάνεται μετά από δύο χρόνια. Ακόμα και αν η Κυβέρνηση επιδιώξει, με στόχο την προώθηση συνολικά της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών, να εντείνει την πίεσή της στους νέους συναδέλφους, τα σχέδιά της θα μείνουν στα χαρτιά. Για μια ακόμα φορά θα απαντήσουμε συλλογικά με βάση την πείρα μας και με όπλο την ενότητα του κλάδου.

  • Τον πρώτο χρόνο βρίσκονται στη διάθεση του ΠΥΣΠΕ/ΠΥΣΔΕ και τοποθετούνται προσωρινά με κριτήρια οικογενειακά, εντοπιότητας, συνυπηρέτησης, όπως καθορίζονται από τις διατάξεις που αφορούν στις μεταθέσεις και τοποθετήσεις εκπαιδευτικών.

  • Τον δεύτερο χρόνο πραγματοποιείται η οριστική τοποθέτησή τους, σύμφωνα με μονάδες συνθηκών διαβίωσης, όπως μόρια σχολείων, προϋπηρεσία, κοινωνικά/οικογενειακά κριτήρια κλπ.).

  • Η μισθοδοσία ξεκινάει από την ημέρα της ορκωμοσίας, ενώ ο μισθός του νεοδιόριστου είναι 670 ευρώ. Σ΄ αυτά προστίθενται τα μισθολογικά κλιμάκια του κάθε συναδέλφου και αυτή η διαδικασία συνήθως τελειώνει μέχρι τα Χριστούγεννα. Τα πρώτα δύο χρόνια που υπηρετεί ως δόκιμος, υπάρχουν αρκετές κρατήσεις στους μισθούς(1 μισθός δια 12 τον πρώτο χρόνο και 1 μισθός δια 24 τον δεύτερο).

Για όλα τα ζητήματα που μας απασχολούν, για προβλήματα και ερωτήματα, απευθυνόμαστε με θάρρος στα Δ.Σ. των Συλλόγων και των ΕΛΜΕ. Η πείρα μας δείχνει ότι η συσπείρωση στο σωματείο μας, η συλλογικότητα και η αλληλεγγύη είναι τα δικά μας όπλα. Οι εκλεγμένοι με την Αγωνιστική Συσπείρωση Εκπαιδευτικών θα βρεθούν δίπλα σου σε κάθε μικρό και μεγάλο πρόβλημα και κυρίως μπροστά στον αγώνα για τα δικαιώματά μας.

Συναδέλφισσες, συνάδελφοι,

Οι διορισμοί που πραγματοποιήθηκαν δεν λύνουν τα προβλήματα. Πολλοί συνάδελφοι, μάλιστα, βλέπουν τον διορισμό ως ακόμα έναν Γολγοθά, αφού θα πρέπει να αφήσουν πίσω τις οικογένειές τους και να φύγουν μακριά για άλλη μια φορά, θα πρέπει να ανταπεξέλθουν οικονομικά όπως κάθε χρόνο κλπ. Γι αυτό είναι σημαντικό να συνεχίσουμε νεοδιόριστοι, μόνιμοι και συμβασιούχοι να διεκδικούμε:

  • Επίδομα σίτισης, στέγασης και δωρεάν μεταφορικά για όλους τους συναδέλφους που θα εργαστούν μακριά από το σπίτι τους. Ιδιαίτερη μέριμνα για τους συναδέλφους που διορίζονται σε τουριστικές περιοχές, όπου το πρόβλημα της εύρεσης σπιτιού και της τιμής του ενοικίου είναι ιδιαίτερα οξυμένο.

  • Αυξήσεις στους μισθούς όλων των εκπαιδευτικών για να δουλεύουμε και να ζούμε με αξιοπρέπεια.

  • Καμία μέρα από την άδεια ανατροφής να μην χαθεί λόγω του περάσματος από τη μία σχέση εργασίας στην άλλη για τις συναδέλφισσες και τους συναδέλφους που τη δικαιούνται.

  • Να δοθεί το σύνολο των κενών που υπάρχουν σε κάθε περιοχή, ώστε να δηλώσουν οι συνάδελφοι τον τόπο και το σχολείο που επιθυμούν.

Από Σεπτέμβρη δίνουμε μαζικά το παρόν σε όλους τους αγώνες του κλάδου, ώστε ο αντιεκπαιδευτικός νόμος της κυβέρνησης και η αντιεκπαιδευτική αξιολόγηση, να μείνουν στα χαρτιά!

Δυναμώσουμε τη διεκδίκηση για την ικανοποίηση των πραγματικών αναγκών της εκπαίδευσης, για τη μονιμοποίηση ΟΛΩΝ των συμβασιούχων!

Αθήνα, 3 Αυγούστου 2021

Η ευρωπαϊκή εμπειρία από την «αξιολόγηση» στην Εκπαίδευση

Η ευρωπαϊκή εμπειρία από την «αξιολόγηση» στην Εκπαίδευση

1

Η συζήτηση για την «αξιολόγηση» στην Εκπαίδευση στην ΕΕ ξεκινά στα μέσα της δεκαετίας του 1990 και ολοκληρώθηκε στις αρχές του 2000 σε όλα τα κράτη – μέλη, με πανομοιότυπο τρόπο, δηλαδή με κοινούς στόχους, εργαλεία, δείκτες και φορείς. Οι φορείς «αξιολόγησης» χωρίζονται σε τοπικό, περιφερειακό και κεντρικό επίπεδο. Η «αξιολόγηση» χωρίζεται σε εσωτερική και εξωτερική.

Στην εσωτερική συμμετέχουν γονείς, μαθητές και τοπικοί φορείς, στο πλαίσιο της οποίας συντάσσεται ετήσια έκθεση από τον διευθυντή του σχολείου, το διοικητικό συμβούλιο (σε όσες χώρες υπάρχει) και τον Σύλλογο Διδασκόντων.

Στην εξωτερική «αξιολόγηση» οι φορείς συντάσσουν επίσης ετήσιες εκθέσεις, παίρνονται συγκεκριμένα μέτρα για τα κακώς αξιολογούμενα σχολεία και αν δεν υλοποιηθούν τα μέτρα, υπάρχουν συγκεκριμένες κυρώσεις. Τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται είναι:

  • Συγκριτικές μελέτες επιδόσεων των μαθητών σε περιφερειακό επίπεδο, σε κεντρικό (εθνικό απολυτήριο) αλλά και σε διεθνές (διαγωνισμός PISA).

  • Επισκέψεις των αξιολογητών στο σχολείο, έλεγχος των υποδομών και της λειτουργίας του σχολείου.

  • Δομημένες συνεντεύξεις του διευθυντή του σχολείου, του προσωπικού και δυνητικά των μαθητών και των γονέων από τους αξιολογητές.

  • Ζωντανή παρατήρηση του μαθήματος από τους αξιολογητές, έλεγχος των εποπτικών μέσων που χρησιμοποιεί ο εκπαιδευτικός, σε μερικές χώρες ακόμα και των τετραδίων των μαθητών.

 2

Θα μπορούσε κάποιος να περιμένει ότι ένα τόσο σκληρό σύστημα ελέγχου της δημόσιας εκπαίδευσης, θα είχε συμβάλει στην ενοποίηση του περιεχομένου της εκπαιδευτικής διαδικασίας, στην αναβάθμιση της ποιότητας της δημόσιας Εκπαίδευσης. Τα αποτελέσματα είναι ακριβώς τα αντίθετα. Υπάρχει πλέον εικοσαετής, πλούσια πείρα που δίνει τη δυνατότητα να αποκρυσταλλωθούν τα συμπεράσματα σε τέσσερις βασικούς άξονες:

Α) Ταξική διαφοροποίηση των σχολείων, ένταση των ταξικών φραγμών, κυρίως στην ανώτερη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και ακόμα περισσότερο στην εισαγωγή στα Πανεπιστήμια.

Β) Αυτονομία της σχολικής μονάδας σε οικονομικό αλλά και παιδαγωγικό επίπεδο, ευελιξία στα παιδαγωγικά προγράμματα, δυνατότητα πολλαπλών επιλογών στο εκπαιδευτικό υλικό, που οδήγησε στην απότομη υποβάθμιση του επιπέδου στα σχολεία, των οποίων οι μαθητές τους προέρχονται από εργατικά – λαϊκά στρώματα.

Γ) Εντατικοποίηση της δουλειάς των εκπαιδευτικών, ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, ακόμα και απολύσεις.

Δ) Απαξίωση σχολικών μονάδων, υποχρηματοδότησή τους και εν τέλει κλείσιμο. Χαρακτηριστικό είναι ότι στην πολυδιαφημισμένη Φινλανδία, τα τελευταία χρόνια έχουν κλείσει 2.500 σχολικές μονάδες.

Το παράδειγμα της Γερμανίας

 3

Για το παρόν άρθρο μελετήσαμε το μοντέλο τριών βασικών χωρών της Ευρώπης, της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Αγγλίας.

Στη Γερμανία, παρότι υπάρχει η ιδιαιτερότητα του ομόσπονδου κράτους και τα κρατίδια έχουν την ευθύνη διοίκησης των σχολείων, από το 1997 συνέρχεται διαρκής σύνοδος των υπουργών Παιδείας, η οποία το 2002 καθορίζει με απόφασή της τα εθνικά standards για την «αξιολόγηση» στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.

Αξίζει να σημειώσουμε ότι η Γερμανία έχει το πιο ταξικά διαφοροποιημένο σύστημα Εκπαίδευσης, καθώς σε ηλικία 11 ετών και αφού ο μαθητής ολοκληρώσει την τετράχρονη Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, το συμβούλιο του σχολείου τού προτείνει ποιον από τους 3 τύπους Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης θα ακολουθήσει: Το Hauptschule (5ο έως 9ο έτος φοίτησης, που οδηγεί σε τεχνικές σχολές), το Realschule (5ο έως 10ο έτος φοίτησης, που οδηγεί στο γενικό απολυτήριο και δυνατότητα πρόσβασης σε επαγγελματικές σχολές) και το Gymnasium (5ο έως 12ο ή 13ο έτος φοίτησης, που δίνει τη δυνατότητα πρόσβασης στο Πανεπιστήμιο). Χαρακτηριστικό είναι ότι για το Hauptschule τα αντικείμενα «αξιολόγησης» είναι η Γλώσσα, τα Μαθηματικά και τα Αγγλικά, ενώ στο Realschule και Gymnasium, στα αντικείμενα «αξιολόγησης» συμπεριλαμβάνονται και οι Φυσικές Επιστήμες.

 4

Το 2004 ιδρύεται το Ινστιτούτο για την Ανάπτυξη της Ποιότητας στην Εκπαίδευση, με έδρα το Πανεπιστήμιο Humboldt, και το 2010 ιδρύεται το Κέντρο για τις Διεθνείς Συγκριτικές Μελέτες Εκπαίδευσης με έδρα το Μόναχο, το οποίο έχει και την ευθύνη της «αξιολόγησης» των αποτελεσμάτων της συμμετοχής της χώρας στον διαγωνισμό PISA. Από το 2006, οι υπουργοί χαράσσουν ενιαία στρατηγική και αποφασίζουν τη διεξαγωγή ετήσιων συγκριτικών μελετών στο επίπεδο των επιμέρους σχολείων της Ομοσπονδίας αλλά και σε εθνικό επίπεδο.

Η εξωτερική «αξιολόγηση» διεξάγεται από εποπτικές αρχές και χωρίζεται σε 3 άξονες: Επιστημονική (επίπεδο διδασκαλίας), νομική (αξιοποίηση υποδομών) και υπηρεσιακή. Διεξάγεται μέσω μελέτης των εγγράφων του σχολείου, συνεντεύξεων, περιήγησης στο σχολείο και ζωντανή παρατήρηση της διδασκαλίας, καταλήγοντας σε αξιολογική έκθεση.

Η εσωτερική «αξιολόγηση» διεξάγεται μέσω συγκριτικών τεστ, δομημένων συνεντεύξεων και με ζωντανή παρατήρηση στην τάξη από τον διευθυντή και τον σύμβουλο Εκπαίδευσης. Συντάσσεται έκθεση από τον διευθυντή του σχολείου, λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις του Συλλόγου Διδασκόντων, του Συλλόγου Γονέων, του σχολικού συμβουλίου και των μαθητών.

Ξεκαθαρίζεται σε όλα τα επίπεδα ότι στόχος είναι η αυτονομία της σχολικής μονάδας που περιγράφεται με το διαδεδομένο μότο: «Κοινό αναλυτικό πρόγραμμα, όχι κοινό σχολικό εγχειρίδιο». Τέλος, ο εκπαιδευτικός αξιολογείται με βάση την έκθεση απόδοσης από τον διευθυντή του σχολείου, αλλά και από επιθεωρητή, που αξιοποιεί τη συνέντευξη, την παρατήρηση της διδασκαλίας και την αξιολόγηση της εργασίας των μαθητών.

Η εμπειρία της «αξιολόγησης» στη Γαλλία

Στη Γαλλία, σε αντίθεση με τη Γερμανία, υπάρχει συγκεντρωτική παράδοση για το εκπαιδευτικό σύστημα, απότοκο του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης. Οι φορείς «αξιολόγησης» είναι:

  • Η Διεύθυνση Αξιολόγησης Σχεδιασμού και Επίδοσης (DEPP), που έχει την ευθύνη του σχεδιασμού και της εφαρμογής της «αξιολόγησης», καθορίζοντας τους δείκτες.

  • Η Γενική Επιθεώρηση Εθνικής Παιδείας (IGEN) που έχει την ευθύνη της παρακολούθησης και της «αξιολόγησης» των επιθεωρητών, των διευθυντών και των συμβούλων. Είναι υπεύθυνη για την τελική «αξιολόγηση» σε σχέση με το διδακτικό περιεχόμενο, τα προγράμματα, τις παιδαγωγικές μεθόδους και τα σχολικά αποτελέσματα, συντάσσοντας ετήσιες εκθέσεις.

  • Η Γενική Επιθεώρηση της Διοίκησης της Εθνικής Εκπαίδευσης και Ερευνας (IGAENR) που έχει την ευθύνη των προσλήψεων, των υποδομών, των μέσων και των οικονομικών πόρων.

Από το 2005, το Ανώτατο Συμβούλιο Εκπαίδευσης συντάσσει ετήσιες εκθέσεις και διατυπώνει προτάσεις για την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. Από το 2000, το Ανώτατο Συμβούλιο Σχολικής Αξιολόγησης συντάσσει συγκριτικές μελέτες για τα αποτελέσματα των μαθητών και την επίδοση των σχολικών ιδρυμάτων.

Οι εκπαιδευτικοί αξιολογούνται από τους Επιθεωρητές Εθνικής Παιδείας, μέσω ζωντανής παρατήρησης του μαθήματος, διαλόγου με τον εκπαιδευτικό και παιδαγωγικών και διοικητικών κριτηρίων. Η εσωτερική «αξιολόγηση» διεξάγεται κυρίως στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και ενισχύει την αυτονομία. Το Διοικητικό Συμβούλιο του σχολείου συντάσσει ετήσια έκθεση στόχων και αποτελεσμάτων.

Η εξωτερική «αξιολόγηση» αφορά στη δομή του σχολείου και τον χαρακτήρα της διδασκαλίας, τα χαρακτηριστικά των μαθητών, συγκρίνει τις επιδόσεις των μαθητών του σχολείου στις εξετάσεις για το Εθνικό Απολυτήριο (Baccalaureat) αλλά και το ποσοστό εισαγωγής στα Πανεπιστήμια.

Στη Γαλλία αποδείχτηκε με τον πιο περίτρανο τρόπο ότι η αυτονομία και η ευελιξία των αναλυτικών προγραμμάτων οδηγούν στην ακόμα μεγαλύτερη ταξική διαφοροποίηση των σχολείων. Το 1982 αρχίζει ένα μεγάλο εθνικό πρόγραμμα «στήριξης» σχολείων με βάση την κοινωνικοοικονομική προέλευση των μαθητών. Βαφτίστηκε «θετική διάκριση» και σαν στόχο είχε την εξομάλυνση των αντιθέσεων.

Ως πανάκεια παρουσιάστηκε η αυτονομία της σχολικής μονάδας, η ανάπτυξη εσωτερικής εκπαιδευτικής πολιτικής στο σχολείο, η ευελιξία των προγραμμάτων μέσα από τις Ζώνες Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας (ΖΕΠ).

Το 2012, παρότι γενικεύθηκε το συγκεκριμένο πρόγραμμα αυτήν την τριακονταετία σε 1.200 σχολεία από 363 στην έναρξή του, τα αποτελέσματα της PISA είναι αποκαλυπτικά: Η Γαλλία είναι η χώρα που η κοινωνικοοικονομική προέλευση των μαθητών ασκεί τη μεγαλύτερη επίδραση στις σχολικές επιδόσεις!

Η διαφοροποίηση συστατικό στοιχείο και στην Αγγλία

Στην Αγγλία την ευθύνη της «αξιολόγησης» έχει ο περιβόητος OFSTED, υπάγεται απευθείας στο Στέμμα και έχει την ευθύνη της οργάνωσης επιθεώρησης των σχολείων, του καθορισμού των κριτηρίων «αξιολόγησης», παίρνει ειδικά μέτρα για τα «μη αποτελεσματικά σχολεία», όπως συχνή επιθεώρηση, αλλαγή διευθυντή ή κλείσιμο σχολικής μονάδας και της δημοσίευσης των αποτελεσμάτων, ενημερώνοντας μαθητές και γονείς.

Από το 2010, συντάσσεται ετήσια έκθεση με τη συμμετοχή γονέων και μαθητών για τα λεγόμενα «κακά» σχολεία, ενώ τα «καλά» σχολεία έχουν αυτή την υποχρέωση κάθε πέντε χρόνια. Η «αξιολόγηση» διεξάγεται σε τέσσερις άξονες:

Α) Μαθησιακά επιτεύγματα. Στην Αγγλία είναι αρκετά διαδεδομένο το «flight path», η προσδοκία δηλαδή που υπάρχει για τις επιδόσεις του μαθητή στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, με βάση τα αποτελέσματα των εξετάσεων στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση SATs (Γλώσσα, Μαθηματικά και σε κάποιες περιπτώσεις Φυσικές Επιστήμες).

Β) Ποιότητα διδασκαλίας.

Γ) Ηγεσία και διοίκηση.

Δ) Συμπεριφορά και ασφάλεια μαθητών.

Κατά τη διαδικασία της εξωτερικής «αξιολόγησης», ο OFSTED ειδοποιεί μια μέρα πριν το σχολείο, το οποίο είναι υποχρεωμένο να στείλει όλα τα αρχεία και τις προηγούμενες εκθέσεις «αξιολόγησης». Οι επιθεωρητές παίρνουν συνέντευξη από τον διευθυντή, το προσωπικό και επιλεκτικά από μαθητές και γονείς, γίνεται επί τόπου παρατήρηση της διδασκαλίας, ελέγχονται τα τετράδια των μαθητών στα οποία πρέπει να φαίνονται οι ειδικοί διδακτικοί στόχοι για κάθε μαθητή, αλλά και ο «διάλογος» του καθηγητή με τον μαθητή για την επίτευξη αυτών των στόχων. Γίνεται έλεγχος κατά πόσο τηρούνται οι εφημερίες και η ασφάλεια κατά την είσοδο και την έξοδο των μαθητών. Τα αποτελέσματα κοινοποιούνται στο Διοικητικό Συμβούλιο του σχολείου, στον διευθυντή, στους γονείς, στην τοπική αρχή που συχνά είναι και ο χρηματοδότης και δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα του OFSTED.

Η εσωτερική «αξιολόγηση» στοχεύει στον υψηλό βαθμό αυτονομίας, καθορίζει τους ετήσιους στόχους και μετρά την επίδοση. Διεξάγεται μέσω ηλεκτρονικής φόρμας αξιολόγησης προόδου με βάση τα κριτήρια του OFSTED, στην οποία φαίνονται οι αδυναμίες και οι δράσεις του σχολείου. Ανά πάσα στιγμή μπορεί να γίνει αιφνιδιαστική παρατήρηση του μαθήματος και έλεγχος των τετραδίων των μαθητών από τον διευθυντή, τον υποδιευθυντή και τον υπεύθυνο μαθήματος (π.χ. Head of Science).

Αυτός ο έλεγχος γίνεται προγραμματισμένα μία φορά το τρίμηνο. Στην έκθεση του σχολείου πρέπει να περιγράφονται τα χαρακτηριστικά του, οι απόψεις των μαθητών και των γονέων, τα επιτεύγματα των μαθητών, με ιδιαίτερο βάρος στις επιδόσεις τους στο Εθνικό Απολυτήριο (GCSE), η ποιότητα των παροχών και η αποτελεσματικότητα της διοίκησης.

Αυτό το σκληρό σύστημα οδηγεί και στα πιο σκληρά αποτελέσματα. Η ταξική διαφοροποίηση των σχολείων στην Αγγλία είναι εμφανέστατη στα αναλυτικά προγράμματα, στα βιβλία, στα φύλλα αξιολόγησης. Για παράδειγμα, στα σχολεία των φτωχών διδάσκονται οι Φυσικές Επιστήμες ως ενοποιημένο μάθημα (science), συνήθως σε βασικό επίπεδο (Foundation Tier), ενώ στα σχολεία των πλουσίων διδάσκονται διακριτά μαθήματα Φυσικών Επιστημών κυρίως σε υψηλό επίπεδο (Higher Tier).

Αυτός ο διαχωρισμός αντανακλάται στις επιδόσεις των μαθητών στις εξετάσεις. Για παράδειγμα, οι μαθητές που δικαιούνται σχολικά γεύματα (Free School Meals) και έχουν επίδοση στις εξετάσεις του GCSE από A έως C*, είναι 27% λιγότεροι από τον μέσο όρο των μαθητών. Οι μαθητές που προέρχονται από την εργατική τάξη έχουν 2,2 φορές λιγότερες πιθανότητες να παρακολουθήσουν το SEM Α” Level, το προπαρασκευαστικό δηλαδή διετές πρόγραμμα που οδηγεί στις πανεπιστημιακές σχολές Μηχανικών, Ιατρικής, Οικονομικών και Φυσικών Επιστημών.

Τέλος, τα αποτελέσματα στις εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών είναι τραγικά: Επαγγελματική εξουθένωση, εντατικοποίηση, πρακτικά κανένας εκπαιδευτικός που διδάσκει στα λαϊκά σχολεία δεν μπορεί να «πιάσει» τους δείκτες «αξιολόγησης». Η διοίκηση τούς οδηγεί στην απόλυση και στη θέση τους προσλαμβάνονται νέοι συνάδελφοι, αρκετοί εκ των οποίων μετανάστες. Χαρακτηριστικό είναι ότι όποιος εγκαταλείπει την Εκπαίδευση στην ηλικία των 40 – 45 χρόνων, αλλάζει επάγγελμα!

Προβολή του μέλλοντος του ελληνικού σχολείου στο ευρωπαϊκό παρόν

Η «αξιολόγηση» είναι στρατηγική επιλογή της ΕΕ, αν θα θέλαμε να την περιγράψουμε με συντομία είναι η «βίαιη προσαρμογή του σχολείου στις ανάγκες του κεφαλαίου».

Χαρακτηριστικό του ενιαίου της είναι ότι την κρίσιμη δεκαετία που περιγράψαμε (2000 – 2010) στην Αγγλία κυβερνούσαν οι Εργατικοί (Μπλερ, Μπράουν), στη Γαλλία συντηρητικοί (Σιράκ, Σαρκοζί), ενώ στη Γερμανία διαδοχικά σοσιαλδημοκράτες, χριστιανοδημοκράτες (Σρέντερ, Μέρκελ) ακόμα και με κοινή κυβέρνηση για μια περίοδο. Είναι η καλύτερη απάντηση απέναντι στις θεωρίες περί νεοσυντηρητισμού και νεοφιλελεύθερων επιλογών της ΝΔ.

Απέναντι στο επιχείρημα ότι αυτά δεν μπορούν να συμβούν στην Ελλάδα, ας δούμε το εξής παράδειγμα που μπορεί να προκύψει με το ήδη υπάρχον θεσμικό πλαίσιο. Σε έναν μέσο δήμο της Αττικής που έχει 5 ΓΕΛ, μετατρέπεται ένα από αυτά σε Πρότυπο, με βάση τη διαδικασία που διεξάγεται αυτήν την περίοδο. Αυτομάτως, οι 2-3 καλύτεροι μαθητές από κάθε τμήμα των άλλων σχολείων εισάγονται με εξετάσεις σε αυτό, υποβάθμιση σε πρώτο επίπεδο.

Ενα από τα υπόλοιπα 4 σχολεία αξιολογείται «κακώς» και αυτό δημοσιεύεται. Φυσικό επακόλουθο: Οι γονείς των καλύτερων μαθητών κάνουν τα «αδύνατα – δυνατά» να πάρουν τα παιδιά τους από αυτό το σχολείο, υποβάθμιση σε δεύτερο επίπεδο.

Πιθανώς αυτό το σχολείο να μην μπορεί να συγκροτήσει κάποια κατεύθυνση π.χ. τη Θετική. Οι 3 – 4 καλύτεροι μαθητές θα μεταβούν σε όμορο σχολείο της ομάδας σχολείων, υποβάθμιση σε τρίτο επίπεδο.

Οι μόνιμοι συνάδελφοι θα κάνουν ό,τι μπορούν να φύγουν από αυτό το σχολείο (με βελτίωση ή απόσπαση), με αποτέλεσμα ένα μεγάλο κομμάτι του Συλλόγου Διδασκόντων να αποτελείται από αναπληρωτές. Η εμπειρία δείχνει ότι αυτά τα σχολεία φτιάχνουν σταθερό πρόγραμμα στο τέλος του χειμώνα.

Και μένουν δύο τελευταίες κινήσεις που, ακόμα, δεν υπάρχουν στο θεσμικό πλαίσιο: Η σύνδεση της «αξιολόγησης» με τη χρηματοδότηση, κάτι που ήδη ισχύει για τα ΑΕΙ, και τέλος το διαφοροποιημένο αναλυτικό πρόγραμμα που θα προκύψει ως ανάγκη, αφού οι μαθητές αυτού του υποβαθμισμένου σχολείου δεν θα μπορούν να παρακολουθήσουν το αναλυτικό πρόγραμμα των υπολοίπων…


Ανδρέας ΚΑΡΓΟΠΟΥΛΟΣ
Μέλος του ΔΣ της ΟΛΜΕ, διδάκτωρ Χημείας

Σχετικά με τις νέες ημερομηνίες παραίτησης των εκπαιδευτικών

Σχετικά με τις νέες ημερομηνίες παραίτησης των εκπαιδευτικών!

Με μια αιφνιδιαστική τροπολογία, στον τελευταίο νόμο για τον τρόπο πρόσβασης στα Πανεπιστήμια και την Πανεπιστημιακή Αστυνομία, η κυβέρνηση και το Υπουργείο Παιδείας έρχεται ν’ αλλάξει τον χρόνο παραίτησης των εκπαιδευτικών.

Συγκεκριμένα οι παραιτήσεις των εκπαιδευτικών πρακτικά μεταφέρονται από το 1ο 10ημερο του Απριλίου (παρ. 2, αρ. 33 του ν. 4386/2016), στο 1ο δεκαήμερο του Φεβρουαρίου. Μάλιστα για αυτή την σχολική χρονιά οι παραιτήσεις μπορούν να γίνουν μέχρι τις 10 Μαρτίου.

Επί της ουσίας η κυβέρνηση αλλάζει όλο τον προγραμματισμό εκατοντάδων εκπαιδευτικών. Εν μέσω πανδημίας και με τα σχολεία κλειστά, χωρίς να παίρνεται ούτε ένα ουσιαστικό μέτρο για να ανοίξουν με ασφάλεια και υγιεινή προσθέτει άλλο ένα βάρος στους εκπαιδευτικούς που βρίσκονται κοντά στη σύνταξη αφού το Υπουργείο τους δίνει ένα πολύ μικρό περιθώριο για να αποφασίσουν αν θα παραιτηθούν ή όχι.

Οι διατάξεις αυτές προσθέτουν ακόμα μεγαλύτερη πίεση στους εκπαιδευτικούς αφού οι παραιτήσεις έρχονται σχεδόν 2 μήνες πιο νωρίς. Περιορίζεται έτσι κατά πολύ η δυνατότητα να ενημερωθούν οι συνάδελφοι για το αν πληρούν τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, οδηγώντας τους έτσι σε λάθη ή σε υποχρεωτική παραμονή στην υπηρεσία. Με αυτόν τον τρόπο το Υπουργείο αναγκάζει τους συναδέλφους να απευθύνονται σε ιδιώτες πληρώνοντας μάλιστα υπέρογκα ποσά για να μάθουν τι ισχύει με τις δαιδαλώδεις διατάξεις του ασφαλιστικού.

Είναι απαράδεκτο το γεγονός ότι με την ψήφιση της τροπολογίας δημιουργείται ακόμα πιο θολό τοπίο και μεγαλύτερη σύγχυση στους συναδέλφους για το ασφαλιστικό, το οποίο έχει δεχθεί αλλεπάλληλα χτυπήματα τόσο από αυτήν (νόμος Βρούτση) όσο και από την προηγούμενη κυβέρνηση (νόμος Κατρούγκαλου) μετατρέποντας την σε καθαρά ατομική υπόθεση, με την περαιτέρω ενίσχυση του λεγόμενου ανταποδοτικού χαρακτήρα του ασφαλιστικού συστήματος, καθηλώνοντας τις συντάξεις στα ψίχουλα της «εγγυημένης» σύνταξης, την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης και την παραπέρα ιδιωτικοποίηση του.

Απαιτούμε από την κυβέρνηση για την φετινή χρονιά να ισχύσουν οι προηγούμενες ημερομηνίες παραίτησης των εκπαιδευτικών ή να δοθεί ικανοποιητική παράταση.

Αθήνα, 22-2-2021