Θεματολόγιο δεξιοτήτων για την Ευρώπη
Θεματολόγιο δεξιοτήτων στην υπηρεσία του κέρδους
Ένδειξη της συνεχούς προσπάθειας να αντιστοιχηθεί η Εκπαίδευση στις ανάγκες της καπιταλιστικής παραγωγής αποτελεί η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκή Επιτροπής, που τον περασμένο μήνα ενέκρινε ένα νέο «θεματολόγιο δεξιοτήτων για την Ευρώπη». Η Κομισιόν καλεί τα κράτη – μέλη και τα ενδιαφερόμενα μέρη «να βελτιώσουν την ποιότητα των δεξιοτήτων και τη συνάφειά τους με την αγορά εργασίας», δηλώνοντας πως «η μελλοντική ευημερία της Ευρώπης εξαρτάται από τη βέλτιστη χρήση του ανθρώπινου κεφαλαίου μας». Αν και ο όρος «δεξιότητες», που όπως διευκρινίζεται στο κείμενο της Επιτροπής, αποδίδει «γενικά το τι ξέρει, κατανοεί και μπορεί να κάνει ένα άτομο», δεν είναι καινούργιος στο λεξιλόγιο των αστών, η ΕΕ, στο φόντο της καπιταλιστικής κρίσης και της έντασης των ανταγωνισμών, ξανασκύβει στο ζήτημα, επιχειρώντας να αντιμετωπίσει τρεις επιτακτικές «προκλήσεις» των σημερινών οικονομιών: την έλλειψη κατάλληλων δεξιοτήτων που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της αγοράς εργασίας, την ανεπαρκή διαφάνεια των δεξιοτήτων και των επαγγελματικών προσόντων και τη δυσκολία πρόβλεψης και πρόγνωσης των δεξιοτήτων. Ξεχωρίζει από την αρχή στις προτεραιότητές της τους τομείς της «καινοτομίας» και της «επιχειρηματικότητας», οι οποίοι επιδρούν στον τύπο δεξιοτήτων που απαιτούνται και αναφέρονται στην επινόηση νέων ιδεών και προϊόντων, που θα έχουν εμπορική αξία ή θα έχουν εφαρμογή στην καπιταλιστική παραγωγή με σκοπό το κέρδος.
Περιγράφοντας το πρόβλημα που καλείται να αντιμετωπίσει, στο κείμενο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αναφέρεται πως ένας μεγάλος αριθμός Ευρωπαίων, ιδίως νέων με υψηλά προσόντα, απασχολείται σε θέσεις εργασίας που δεν αντιστοιχούν στις ικανότητες και τις φιλοδοξίες τους. Γεγονός που αναδεικνύει την απαξίωση της εργατικής δύναμης γενικά στον καπιταλισμό και ειδικά σε περιόδους καπιταλιστικής κρίσης και ύφεσης. Παράλληλα, το 40% των Ευρωπαίων εργοδοτών δηλώνει ότι δεν μπορεί να βρει άτομα με τις κατάλληλες δεξιότητες για την προώθηση της ανάπτυξης και της καινοτομίας. Τέλος, διαπιστώνεται ότι πολύ λίγα άτομα αναπτύσσουν το «επιχειρηματικό πνεύμα» και τις ικανότητες που χρειάζονται για να ιδρύσουν τη δική τους επιχείρηση και «να συνεχίσουν να προσαρμόζονται στις μεταβαλλόμενες απαιτήσεις της αγοράς εργασίας». Αντίστοιχα, το κέντρο «McKinsey» διέγνωσε πως περίπου το 15% όλων των εργαζομένων στην Ελλάδα έχουν περισσότερα προσόντα (overqualified) για τη θέση που κατέχουν και τη δουλειά που κάνουν, ενώ άλλο ένα 15% διαθέτει λιγότερα (underqualified).
Πρόκειται για το λεγόμενο χάσμα δεξιοτήτων, που για την αντιμετώπισή του έχουν αναπτυχθεί μηχανισμοί πρόβλεψης των αναγκών της «αγοράς», όπως π.χ. το Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (Cedefop), που δημοσιεύει εκθέσεις με τις προσφερόμενες δεξιότητες αλλά και τις προβλέψεις για τις μελλοντικές δεξιότητες που αναμένεται να ζητάει η «αγορά» στο μέλλον. Μάλιστα, ο ΣΕΒ προχώρησε το 2013 στην οργάνωση και λειτουργία του Μηχανισμού Διάγνωσης των Αναγκών των Επιχειρήσεων σε Επαγγέλματα και Δεξιότητες, ενώ και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, βαδίζοντας στον ίδιο δρόμο και με την ίδια αντίληψη για την ανάπτυξη, έχει συνεισφέρει σε αυτή την κατεύθυνση, καθώς με τα άρθρα 85 και 86 του Ν. 4368/2016 (ΦΕΚ Α” 21) συστήνεται Μηχανισμός Διάγνωσης των αναγκών της αγοράς εργασίας, από το υπουργείο Εργασίας.
Εξάλλου, όπως σημειώνεται, «ο ψηφιακός μετασχηματισμός της οικονομίας αναδιαμορφώνει τον τρόπο που οι άνθρωποι εργάζονται και συναλλάσσονται. Οι νέοι τρόποι εργασίας επηρεάζουν τους τύπους δεξιοτήτων που απαιτούνται, συμπεριλαμβανομένων της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας. Πολλοί τομείς βιώνουν μεγάλη τεχνολογική αλλαγή και απαιτούνται ψηφιακές δεξιότητες για όλες τις εργασίες, από την πιο απλή έως την πιο σύνθετη. Οι υψηλές δεξιότητες δίνουν στους ανθρώπους τη δυνατότητα να προσαρμόζονται σε απρόβλεπτες αλλαγές». Περιγράφονται, δηλαδή, οι αλλαγές στην παραγωγική βάση του καπιταλισμού, που δεν ανατρέπουν τη βασική κοινωνική σχέση, κεφαλαίου – μισθωτής εργασίας, η οποία αντίθετα ενισχύεται, ενσωματώνοντας μαζικότερα την επιστημονική εργασία. Η παραγωγική διαδικασία όλο και περισσότερο χρειάζεται τους πολύπλευρα ικανούς εργαζόμενους για να μπορούν να χειρίζονται τα μηχανήματα, τα οποία αντικαθίστανται από νέα με πολύ πιο γρήγορους ρυθμούς απ” ό,τι παλαιότερα, να μπορούν να ανταποκρίνονται σε μεγάλο εύρος της γραμμής παραγωγής, να αλλάζουν συχνά καθήκοντα και να διευρύνουν συνεχώς τις δεξιότητές τους.
Αυτές τις ανάγκες της καπιταλιστικής παραγωγής στη συγκεκριμένη φάση έρχεται να καλύψει η νέα ατζέντα για τις δεξιότητες και με τη σειρά της να καθοδηγήσει και τις πολιτικές στην Εκπαίδευση, τόσο στη δομή όσο και στο περιεχόμενο, με στόχο να ξεπεραστεί η αντικειμενική δυσκολία που αντιμετωπίζει η καπιταλιστική οικονομία της ΕΕ να σχεδιάσει το τι και πόσους αποφοίτους θα παράγει. Μάλλον μάταια, για την καπιταλιστική οικονομία όπου κυριαρχεί το κυνήγι του κέρδους, ο ανταγωνισμός και η αναρχία στην παραγωγή. Γι” αυτό και το κείμενο επαναφέρει το παραμύθι ότι τάχα «η βελτίωση του επιπέδου των δεξιοτήτων, η προώθηση εγκάρσιων δεξιοτήτων και η εξεύρεση τρόπων για την καλύτερη πρόβλεψη των αναγκών στην αγορά εργασίας, με βάση τον διάλογο με τους παραγωγικούς κλάδους, έχουν καίρια σημασία για τη βελτίωση των παρεχόμενων ευκαιριών, τη στήριξη της δίκαιας, ισότιμης και βιώσιμης ανάπτυξης, καθώς και της κοινωνικής συνοχής», ανακοινώνοντας τις 10 δράσεις που «θα προβάλλουν τις δεξιότητες και θα βελτιώσουν την αναγνώρισή τους σε τοπικό, εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, από τα σχολεία και τα πανεπιστήμια μέχρι την αγορά εργασίας».
Ποιες είναι αυτές;
- Η θέσπιση μιας «εγγύησης δεξιοτήτων», για να αποκτήσουν οι ενήλικες με χαμηλή ειδίκευση ένα μίνιμουμ δεξιοτήτων ανάγνωσης, γραφής, αριθμητικής και ψηφιακών γνώσεων και να προχωρήσουν στην απόκτηση επαγγελματικών προσόντων της ανώτερης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, αναζήτηση δηλαδή του αναγκαίου ελάχιστου γνωστικού υπόβαθρου που πρέπει να χαρακτηρίζει την εργατική δύναμη.
- Η επανεξέταση του ευρωπαϊκού πλαισίου επαγγελματικών προσόντων, «έτσι ώστε τα επαγγελματικά προσόντα να γίνουν πιο κατανοητά και να αξιοποιούνται περισσότερο όλες οι διαθέσιμες δεξιότητες στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας», δηλαδή ένα διαθέσιμο μενού για τα μονοπώλια.
- Η θέσπιση «συνασπισμού για τις ψηφιακές δεξιότητες και τις ψηφιακές θέσεις εργασίας», «που συγκεντρώνει τα κράτη – μέλη και τους ενδιαφερόμενους φορείς στους τομείς της Εκπαίδευσης, της απασχόλησης και των παραγωγικών κλάδων, έτσι ώστε να αναπτυχθεί μια μεγάλη δεξαμενή ψηφιακών ταλέντων και να εξασφαλιστεί ότι τα άτομα και το εργατικό δυναμικό στην Ευρώπη διαθέτουν τις κατάλληλες ψηφιακές δεξιότητες», πάντα με το βλέμμα στραμμένο στην αύξηση της παραγωγικότητας και την κερδοφορία των ευρωπαϊκών μονοπωλίων.
- Το «Σχέδιο στρατηγικής για την τομεακή συνεργασία», που στόχο έχει να αντιμετωπίσει τις ελλείψεις δεξιοτήτων σε συγκεκριμένους τομείς και κλάδους της οικονομίας.
- Η αναθεώρηση του πλαισίου του Europass, ενός άμεσου εργαλείου με το οποίο ο εργοδότης επιλέγει τους εργαζόμενους που θέλει και ταυτόχρονα οι εργαζόμενοι καθοδηγούνται για τις ανάγκες της αγοράς, λαμβάνοντας «σε πραγματικό χρόνο χρήσιμες πληροφορίες για τις ανάγκες σε δεξιότητες και τις τάσεις μεταβολής των αναγκών αυτών, που μπορούν να τους βοηθήσουν στις επαγγελματικές και μαθησιακές επιλογές τους», κάτι που μαρτυρά και το εφήμερο των δεξιοτήτων στις οποίες αναφέρεται η ΕΕ.
- Η «βελτίωση της ελκυστικότητας της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης (ΕΕΚ)», «έτσι ώστε να αποτελεί την επιλογή πρώτης γραμμής», με «βελτίωση των παρεχόμενων ευκαιριών στους εκπαιδευόμενους της ΕΕΚ, προκειμένου να αποκτούν εργασιακές εμπειρίες βασισμένες στη μάθηση και να δοθεί μεγαλύτερη προβολή στα ορθά εργασιακά αποτελέσματα της ΕΕΚ», μία κατεύθυνση στην οποία κινείται και το σχέδιο που ανακοίνωσε το υπουργείο Παιδείας για την Τεχνική Εκπαίδευση και Κατάρτιση.
- Η επικαιροποίηση της στρατηγικής της ΕΕ ώστε να συμπεριλάβει τους πρόσφυγες και μετανάστες,προβλέποντας πως φέτος και το 2017 θα ξεκινήσει η δράση «εργαλειοθήκη προφίλ δεξιοτήτων για υπηκόους τρίτων χωρών», που θα υποστηρίξει τον ταχύτερο εντοπισμό και αξιολόγηση των δεξιοτήτων και των επαγγελματικών προσόντων των ατόμων που έχουν υποβάλει αίτηση για άσυλο, των προσφύγων και άλλων μεταναστών. Οι ιμπεριαλιστικοί μηχανισμοί δεν έκρυψαν, άλλωστε, ότι στα πρόσωπα των προσφύγων βλέπουν εργατική δύναμη προς εκμετάλλευση και στο πλαίσιο αυτό, με την παραπάνω δράση, χαρτογραφούνται οι πρόσφυγες ως εργατικό δυναμικό που διαθέτει και υψηλές και βασικές δεξιότητες προς εκμετάλλευση.
Η προσπάθεια αντιστοίχησης της Εκπαίδευσης στις ανάγκες της παραγωγής είναι αντικειμενικό γεγονός, που στο σοσιαλισμό θα τεθεί στην υπηρεσία της λαϊκής ευημερίας και θα μπορεί να προβλεφθεί κεντρικά, απελευθερώνοντας σταδιακά και σχεδιασμένα τις ικανότητες του εργατικού δυναμικού.
Φυσικά, η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων δεν είναι χωρίς ταξικό πρόσημο. Ο ρυθμός και ο προσανατολισμός τους δεν καθορίζεται στενά από τα τεχνολογικά δεδομένα της εποχής και τις αντίστοιχες δυνατότητες κάλυψης των σύγχρονων κοινωνικών αναγκών, αλλά από το βαθμό στον οποίο μπορούν να συμβάλουν στην καπιταλιστική κερδοφορία. Και αυτό επιδρά στην αστική εκπαίδευση.
Έτσι, σήμερα, ενώ από τη μία η καπιταλιστική παραγωγή προϋποθέτει ολοένα και πιο αναπτυγμένες ικανότητες από την πλευρά της σύγχρονης εργατικής τάξης, ενώ χρειάζεται ολοένα και περισσότερες πλευρές της προσωπικότητας των εργαζομένων (φαντασία, δημιουργικότητα κ.λπ.) προς όφελος της κερδοφορίας της, από την άλλη ούτε θέλει ούτε μπορεί να αναπτύξει σε αυτήν (την εργατική τάξη) το σύνολο των ικανοτήτων που επιτρέπει και απαιτεί το σημερινό επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων.
Αυτός ο προσανατολισμός στην αστική εκπαίδευση αντικειμενικά θέτει όρια στην ανάπτυξη της βασικής παραγωγικής δύναμης, του ανθρώπου, δυσκολεύοντάς τον όχι μόνο να ερμηνεύσει σωστά τον κόσμο που τον περιβάλλει, αλλά και να διευρύνει τα περιθώρια προσφοράς στον κάθε ειδικό τομέα απασχόλησης που του αναλογεί, στο πλαίσιο του κοινωνικού καταμερισμού εργασίας. Δυνατότητα που συνολικά απαιτεί μη εκμεταλλευτικές κοινωνικές σχέσεις, για να πραγματοποιηθεί σε μια προοπτική.
Στον κομμουνιστικό τρόπο παραγωγής (στην πρώτη – σοσιαλιστική – βαθμίδα ανάπτυξής του) η αντιστοίχηση των σχέσεων παραγωγής με το επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων επανατοποθετεί τη σχέση τους σε νέα βάση, όπου η κύρια παραγωγική δύναμη, ο άνθρωπος, αναπτύσσεται στα πλαίσιο του Κεντρικού Σχεδιασμού της οικονομίας, η οποία κινείται με βάση το νόμο της αναλογικής παραγωγής για τη διευρυμένη ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών.
Ο Κεντρικός Σχεδιασμός μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα επιλύει αναλογικά και ισόμετρα τόσο την ανάπτυξη της κύριας παραγωγικής δύναμης, του ανθρώπου, όσο και των μέσων παραγωγής που χρησιμοποιεί, ώστε να καταργηθεί πλήρως η βαριά χειρωνακτική και ανιαρή εργασία. Προωθείται αποφασιστικά η γενικευμένη ανάπτυξη της ικανότητας για εξειδικευμένη εργασία, αλλά και εναλλαγών στον τεχνικό καταμερισμό εργασίας, στην κατεύθυνση ομογενοποίησης της εργατικής τάξης, άρσης των διαφορών στις γραμμές της, εξασφάλισης κομμουνιστικής στάσης απέναντι στην εργασία.