Η επίθεση στα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα από τις κυβερνήσεις του κεφαλαίου, είναι αναγκαίος όρος για τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητας των καπιταλιστικών οικονομιών και οι εργαζόμενοι καμιάς χώρας δεν εξαιρούνται απ” αυτή την επίθεση. Αλλωστε, πέρα απ” όλα τα άλλα, η ενιαία αντιασφαλιστική στρατηγική στα κράτη – μέλη της ΕΕ επικαιροποιήθηκε και με τη «Λευκή Βίβλο» για τις συντάξεις, τον Φλεβάρη του 2012.
Κοινός στόχος σε όλα τα κράτη – μέλη είναι η μείωση της κρατικής χρηματοδότησης για τις συντάξεις, καθώς και των εργοδοτικών εισφορών, που οδηγούν ολοένα και περισσότερο στη μετατροπή της σύνταξης και της ασφάλισης σε ατομική ευθύνη,με συστήματα που διαμορφώνονται στη βάση των «τριών πυλώνων», όπου ένα μέρος της σύνταξης παρέχεται σαν επίδομα από το κράτος, ένα άλλο προέρχεται από τα λεγόμενα «επαγγελματικά ταμεία» και ένα τρίτο από τον αμιγώς ιδιωτικό τομέα της ασφάλισης.
Παράλληλα, γενική τάση σε όλα τα καπιταλιστικά κράτη είναι η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, κυρίως για τους νεότερους ασφαλισμένους, οι οποίοι είναι αμφίβολο αν θα πάρουν ποτέ σύνταξη. Μάλιστα, η αύξηση των ορίων προωθείται στο όνομα της «γήρανσης του πληθυσμού» και με άθλια επιχειρήματα, που ευνοούν τον ανταγωνισμό και την ανθρωποφαγία ανάμεσα σε παλιούς και νεότερους ασφαλισμένους, αλλά και ανάμεσα σε εργαζόμενους και άνεργους, για να μένει στο απυρόβλητο το κεφάλαιο και η πολιτική που υπηρετεί την κερδοφορία του.
Ορισμένα ενδεικτικά παραδείγματα για την κατάσταση στην οποία βρίσκονται τα ασφαλιστικά συστήματα σε Γερμανία, Ολλανδία, Βέλγιο, Δανία, Αυστρία, Νορβηγία, καθώς και τα επιχειρήματα που προτάσσουν το κεφάλαιο, οι κυβερνήσεις και τα κόμματά του για να δικαιολογηθεί η επίθεση εναντίον των δικαιωμάτων των εργαζομένων.
Γερμανία: Αυξάνονται οι φτωχοί συνταξιούχοι
Η επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης των συνταξιούχων στην οικονομική «ατμομηχανή» της Ευρώπης, είναι ραγδαία τα τελευταία χρόνια και πλέον ο όρος «φτώχεια στα γηρατειά» είναι πολύ διαδεδομένος.
Σήμερα, το ποσοστό των φτωχών συνταξιούχων, όπως ορίζονται με κριτήρια που ούτως ή άλλως απέχουν πολύ από την πραγματικότητα, ανέρχεται σε 15,9% και από το 2022 ένας στους πέντε (το 20%) νέους συνταξιούχους θα απειλείται από τη φτώχεια (ινστιτούτο «Bertelsmann»). Επίσης, σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία (2016), το 11% των ηλικιωμένων 65 – 74 ετών αναγκάζονται να δουλεύουν (942.000 άτομα), είτε για τη βασική πηγή εσόδων, είτε συμπληρωματικά προς τη σύνταξη. Το ποσοστό αυτό πριν από 10 χρόνια ήταν 5%.
Αυτό είναι το αποτέλεσμα του συστήματος των «τριών πυλώνων» ασφάλισης που ισχύει στη χώρα, με το κράτος να μη χρηματοδοτεί καθόλου το συνταξιοδοτικό σύστημα. Οι κρατικές «νομοθετημένες συντάξεις» καταβάλλονται από το κράτος από εισφορές που έχουν παρακρατηθεί από τους εργαζόμενους. Το επίπεδο αυτών των συντάξεων έχει πάρει τον κατήφορο την τελευταία δεκαετία, παρά τους ρυθμούς ανάπτυξης, τα αυξημένα έσοδα από τη βαριά λαϊκή φορολογία, τα πλεονάσματα στον προϋπολογισμό και το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας. Το 2005 ήταν στο 52,6% του μέσου μισθού και μέχρι το 2030 θα πέσει στο 44,7%, υπολογίζει η κυβέρνηση.
Για να «λυθεί» αυτό το πρόβλημα, δεν προβλέπεται, φυσικά, να δοθεί κρατική χρηματοδότηση, αλλά να αυξηθεί στο μέλλον η ηλικία συνταξιοδότησης πέρα από τα 67 έτη. Η «κρατική» «νομοθετημένη σύνταξη» συμπληρώνεται από την «επιχειρησιακή» (επαγγελματικό ταμείο ανά επιχείρηση) και από την ιδιωτική ασφάλιση. Οσοι ζουν μόνο με την «κρατική» σύνταξη – καθώς δεν μπορούν να πληρώσουν για ιδιωτική – επιβιώνουν σε συνθήκες που προσεγγίζουν τα στατιστικά όρια της φτώχειας.
Αυτή η τάση θα γενικευτεί: Οι σημερινοί νέοι (20 – 35 ετών) δεν θα μπορούν να ζήσουν μόνο με την «κρατική» σύνταξη, χωρίς επιπρόσθετη ιδιωτική ασφάλιση, τονίζει πρόσφατη μελέτη (Vorsorgeatlas Deutschland) της Ενωσης Επενδύσεων (Union Investment). Οι ερευνητές θεωρούν ότι για την εξασφάλιση του βιοτικού επιπέδου στα γεράματα, απαιτείται η σύνταξη να φτάνει στο 60% του τελευταίου ακαθάριστου μισθού (ποσοστό αναπλήρωσης), κρίνοντας βέβαια με όρους επιβίωσης και όχι ικανοποίησης των πραγματικών αναγκών.
Οι νέοι αναμένεται να συνταξιοδοτηθούν – χωρίς συμπληρωματική σύνταξη, μόνο με την «κρατική» – κατά μέσο όρο με 981 ευρώ (στατιστικό όριο φτώχειας στα 900 ευρώ), δηλαδή με ποσοστό αναπλήρωσης μόλις 38,6%. «Αυτοί χρειάζονται γύρω στα 800 ευρώ επιπλέον το μήνα. Για να ζουν αξιοπρεπώς θα πρέπει να παραμείνουν ενεργοί εργαζόμενοι», σημειώνεται στην έκθεση, τα συμπεράσματα της οποίας στηρίζουν την ανάπτυξη των ιδιωτικών συστημάτων ασφάλισης, αλλά και τη δουλειά μέχρι …τον τάφο, ακόμα και μετά την τυπική συνταξιοδότηση, για να μπορεί ο εργαζόμενος να ανταπεξέλθει σε στοιχειώδεις ανάγκες.
Αντίστοιχες προτροπές για ιδιωτική ασφάλιση είχε εκφράσει και η γερμανική κυβέρνηση στην ετήσια έκθεσή της για τις συντάξεις (2016). Οι χαμηλόμισθοι, οι ημιαπασχολούμενοι, και όσοι μένουν άνεργοι για μεγάλα χρονικά διαστήματα, είναι αυτοί που επηρεάζονται περισσότερο και θα καταλήξουν να είναι φτωχοί συνταξιούχοι, που θα αναγκάζονται να δουλεύουν μέχρι τη μέρα που θα πεθάνουν. Π.χ. οι χαμηλόμισθοι με τελευταίο μισθό πριν από τη συνταξιοδότηση στα 1.100 ευρώ, θα πάρουν «κρατική» σύνταξη περίπου 680 ευρώ.
Βέλγιο: Περισσότερα χρόνια στη δουλειά και μείωση συντάξεων
Πριν από μερικές μέρες, εργαζόμενοι και συνταξιούχοι διαδήλωσαν στις Βρυξέλλες, αντιδρώντας στα σχέδια της κυβέρνησης για αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης και μείωση των συντάξεων. Πιο συγκεκριμένα, διαμαρτύρονται για το «σύστημα πόντων» στον υπολογισμό των συντάξεων, ανάλογα με τα χρόνια εργασίας, το επάγγελμα, την κατάσταση της οικονομίας και τα «δημοσιονομικά περιθώρια» του κράτους.
Αυτό θα οδηγήσει σε αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης πάνω από τα 67 χρόνια και σε μείωση των συντάξεων, δεδομένου ότι πλέον οι νέοι εισέρχονται στην αγορά εργασίας σε μεγαλύτερη ηλικία, κυριαρχούν οι «ελαστικές μορφές» και μεσολαβούν τακτά χρονικά διαστήματα ανεργίας. Σύμφωνα με τα συνδικάτα, οι μειώσεις στις συντάξεις θα φτάσουν τα 250 – 300 ευρώ.
«Οσο περισσότερο εργάζεται κάποιος, τόσο μεγαλύτερη σύνταξη θα παίρνει», επισημαίνει ο υπουργός Συνταξιοδότησης, Ντανιέλ Μπακελέν. Βέβαια, αν η σύνταξη είναι μικρή και αδυνατεί να ζήσει κανείς με αυτή, απλά θα εξαναγκάζεται να δουλέψει περισσότερο.
Η επιχειρηματολογία υπέρ του κυβερνητικού σχεδίου σημειώνει τις «κακές επιδόσεις» του Βελγίου, σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες και προβάλλεται η «ανάγκη» να αυξηθούν τα εργάσιμα χρόνια: «Κατά μέσο όρο, η συνταξιοδότηση στο Βέλγιο έρχεται μετά από 32 χρόνια δουλειάς. Η χώρα πρέπει να προσαρμοστεί στα 35 χρόνια του ευρωπαϊκού μέσου όρου και στα 39 χρόνια της Ολλανδίας». Αλλά και πριν από λίγους μήνες, το Ανώτατο Συμβούλιο Απασχόλησης (CSE) συνέκρινε το Βέλγιο με χώρες όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Ολλανδία και οι σκανδιναβικές και υπογράμμιζε τη γήρανση του πληθυσμού ως παράγοντα που απειλεί το συνταξιοδοτικό σύστημα και επιτάσσει την επιτάχυνση των ανατροπών.
Αυστρία: Περικοπές παντού
Με το τετριμμένο επιχείρημα της «εξασφάλισης των συντάξεων» για τις επόμενες γενιές, προβλέπεται να δημιουργηθεί στην Αυστρία μια ξεχωριστή συνταξιοδοτική ασφαλιστική εταιρεία, υπεύθυνη για τη διαχείριση όλων των συντάξεων. Προαναγγέλλονται μάλιστα μειώσεις στις συντάξεις καθώς «θα αυξηθούν οι κατώτατες συντάξεις και θα καταργηθούν ορισμένα …προνόμια». Θα δοθεί δηλαδή μια μικρή ενίσχυση στους χαμηλοσυνταξιούχους και ταυτόχρονα θα περικοπούν συντάξεις που από το κράτος και το κεφάλαιο θεωρούνται «υψηλές» και «ασύμφορες». Επίσης, προβλέπεται να «αυξηθεί σταδιακά το όριο ηλικίας για «πρόωρη» συνταξιοδότηση», ενώ το πρόγραμμα για τα ΒΑΕ, που προβλέπει ευνοϊκότερους όρους ασφάλισης, «θα επανασχεδιαστεί κατά περίπτωση».
Στο μεταξύ, σχεδιάζεται ξεχωριστή Κοινωνική Ασφάλιση για αλλοδαπούς εργαζόμενους, με σκοπό να επανεκτιμηθεί ο βαθμός αυτάρκειας των καταβληθεισών εισφορών. Αυτό μπορεί να σημαίνει, για παράδειγμα, ότι οι αλλοδαποί θα πρέπει στο μέλλον να λαμβάνουν λιγότερη σύνταξη από τους ντόπιους εργαζόμενους, για τα ίδια χρόνια ασφάλισης και κάνοντας τις ίδιες δουλειές! Πάντως, συνολικά στην Κοινωνική Ασφάλιση και την Υγεία προβλέπονται περικοπές με συγχωνεύσεις Ταμείων και εξίσωση, προς τα κάτω, των παροχών.
Ολλανδία: Αυξάνει το ποσοστό των εργαζόμενων συνταξιούχων
Ολο και περισσότεροι συνταξιούχοι στην Ολλανδία αναγκάζονται να βρουν μια θέση μερικής απασχόλησης για να συμπληρώσουν το εισόδημά τους. Οπως δείχνουν τα στοιχεία της Ομάδας Ερευνας για την Εκπαίδευση και την Αγορά Εργασίας (ROA), ο αριθμός των συνταξιούχων που δουλεύουν έχει τριπλασιαστεί από το 2003 κι έφτασε τις 180.000.
«Και τα προηγούμενα χρόνια υπήρχαν άνθρωποι άνω των 65 ετών που ήθελαν να βρουν δουλειά. Ομως, όλο και περισσότεροι πλέον χρειάζονται μια δουλειά για οικονομικούς λόγους», λέει ο επικεφαλής του «γραφείου ευρέσεως εργασίας 65+», Μπαρτ Βέλτμαν. «Βλέπουμε επίσης να αυξάνεται ο αριθμός όσων τα εισοδήματα κατασχέθηκαν λόγω χρεών», προσθέτει.
Η αύξηση των εργαζόμενων συνταξιούχων είναι ιδιαίτερα εμφανής στους λιγότερο μορφωμένους και εκείνους που έχουν μια μικρή σύνταξη. Για παράδειγμα: Πέρυσι εργάζονταν τέσσερις φορές περισσότεροι άνθρωποι άνω των 65 ετών με χαμηλή μόρφωση, απ” ό,τι το 2003. Μια άλλη διαδεδομένη αιτία για το ότι αρκετοί συνταξιούχοι μόλις και μετά βίας μπορούν να καλύψουν τα πάγια έξοδά τους, είναι η μεγάλη ανεργία στους ανθρώπους άνω των 50 ετών. Πάντως, ακόμη κι αν σήμερα είναι μικρή η ομάδα των εργαζόμενων συνταξιούχων, υπάρχει μια σαφής τάση ενίσχυσης του συγκεκριμένου ποσοστού.
Στο μεταξύ, από την 1η Γενάρη η ηλικία συνταξιοδότησης για επαγγελματικά συνταξιοδοτικά προγράμματα (σύστημα τριών πυλώνων) αυξήθηκε από τα 67 στα 68 έτη, σύμφωνα με την αύξηση του προσδόκιμου ζωής, όπως καθορίστηκε από το Κεντρικό Γραφείο Στατιστικής. Η επόμενη αύξηση αναμένεται μετά το 2025.
Δανία – Νορβηγία: Παράταση του εργάσιμου βίου
Στη Δανία συζητιέται η γενικευμένη αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης από τα 67 στα 67,5 χρόνια. Πάντως, σε ορισμένους τομείς προβλέπεται η συνταξιοδότηση και στα 68 έτη. Ολα τα κόμματα του Κοινοβουλίου συμφωνούν στην ουσία των αντιασφαλιστικών μέτρων, με ορισμένα να θεωρούν πιο «εποικοδομητικό» να παραμένουν στην αγορά εργασίας οι συνταξιούχοι με «καλή φυσική κατάσταση», με στόχο οι συντάξεις να δίνονται σε κάθε συνταξιούχο για 14,5 χρόνια κατά μέσο όρο!
Στα σχέδια της νορβηγικής κυβέρνησης είναι μέτρα όπως: «Κίνητρα» για παράταση του εργασιακού βίου, αναθεώρηση των ειδικών «πρόωρων» ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης στον δημόσιο τομέα, αλλά και στον ιδιωτικό, ώστε οι ηλικιωμένοι να γίνουν πιο ελκυστικοί στην αγορά εργασίας. Συνταξιοδοτικές «μεταρρυθμίσεις» σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.
Ε. Μ.